Παναγιώτης Αποστολόπουλος Πέρρος

ΔΡ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ » Φιλοσοφία



Η διαδικτυακή υπόσταση ενός φυσικού προσώπου

Η διαδικτυακή υπόσταση ενός φυσικού προσώπου

Τίτλος δημοσίευσης: Παναγιώτης Πέρρος «Η διαδικτυακή υπόσταση ενός φυσικού προσώπου» στο «Ψυχολογία της Υγείας στο Χώρο Εργασίας» - Ιατρικές εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, τόμος Α - 2007


 

Το νέο, ψηφιακό Big Bang και η Κυβερνοψυχολογία

Στις 29 Οκτωβρίου του 1969 έγινε η «μεγάλη έκρηξη». Αποτέλεσμα αυτής ήταν η γένεση, ενός νέου τρόπου αντίληψης σχετικά με την ανταλλαγή δεδομένων και τη διαδραστική επικοινωνία. Το Πανεπιστήμιο UCLA (University of California, Los Angeles) και το SRI (Stanford Research Institute) κατάφεραν ύστερα από χρόνια μελετών και εργασίας να συνδεθούν και να ανταλλάξουν το πρώτο μήνυμα μέσω του ARPAnet (Advanced Research Projects Agency Network, υπαγόμενο στο υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ), τον πρόδρομο του σύγχρονου διαδικτύου (Salus, 1995). Τόσο το ARPAnet όσο και το μεταγενέστερο internet ξεκίνησαν την πορεία τους με δυο βασικά κίνητρα (εκτός βέβαια από τους δεδομένους στρατιωτικής υφής σκοπούς, μιας και όλα αυτά έλαβαν χώρα κάτω από τη σκέπη του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, όπως προαναφέρθηκε): Πρώτιστα την εύκολη διακίνηση δεδομένων με ένα νέο αποτελεσματικό τρόπο. Αυτό σήμανε ταυτόχρονα την ισχυρή θέληση (η οποία στηρίχτηκε τότε σε ένα μακροπρόθεσμο όραμα)  για αποκέντρωση της οργάνωσης και δόμησης της πληροφορίας (Abbate, 1994) αλλά και την ευκολότερη και αποτελεσματικότερη διάχυση της γνώσης. Από την άλλη πλευρά βέβαια, η ευκολία της διαπροσωπικής επικοινωνίας ήταν το έτερο μεγάλο στοίχημα, πράγμα που φάνηκε από την αρχή της χρήσης του ARPAnet: Οι άνθρωποι που είχαν πρόσβαση σε αυτό έσπευσαν να το χρησιμοποιήσουν για ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και ανάπτυξη λίστας συζητήσεων, οι πιο δημοφιλείς των οποίων ήταν εκείνη της γευσιγνωσίας  κρασιών (wine tasters list) και των ενασχολουμένων με θέματα επιστημονικής φαντασίας (sci-fi lovers list) (Hauben, 1994). Το διαδίκτυο βρίσκεται εκτός φυσικού τόπου. Ίσταται πάνω από διαφορετικούς πολιτισμούς και νοηματοδοτείται στη βάση της διαπολιτισμικής σύγκλισης. Όταν ο άνθρωπος εισέρχεται στο χώρο αυτό γίνεται πολίτης του διαδικτύου (netizen). Ο κοινωνιολογικός και πολιτικός αυτός όρος γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 90 από τον M. Hauben και έτυχε ευρείας αποδοχής γιατί ακριβώς αντιπροσώπευε τη νοοτροπία και τον τρόπο λειτουργίας του διαδικτυακού χώρου (Hauben, 1995). Ένας άλλος όρος με μεγαλύτερη ιστορία είναι εκείνος της κυβερνητικής (cybernetics). Είτε όταν συναντάται ολόκληρος, είτε με σκέτο το πρόθεμά του (cyber) και ανάλογα λεκτικά συμπληρώματα δίπλα του (τα οποία ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια έχουν πολλαπλασιαστεί υπερβολικά) πρέπει να γνωρίζουμε ότι έχει την νεότερη καταγωγή του στον Γάλλο φυσικό Ampère ο οποίος τον απέδιδε στην θεωρία του περί πολιτικής διακυβέρνησης (Ampère, 1834). Βέβαια, αν προχωρήσουμε ακόμα βαθύτερα, ο όρος αναφέρεται και στους πλατωνικούς Νόμους. Σύγχρονη εννοιολογική υφή έλαβε από τον μαθηματικό Wiener (Wiener, 1948) ο οποίος και όρισε έτσι την επιστήμη της επικοινωνίας και του ελέγχου στα ζώα και στις μηχανές (σήμερα πλέον προσθέτουμε ότι ο έλεγχος αυτός αφορά και την κοινωνία και τα μέλη της), αλλά και από τον «πατέρα της πληροφοριακής τεχνολογίας» C. Shannon ο οποίος  διεξήγαγε μελέτες (Shannon, 1948) για τη βελτίωση της πληροφοριακής μεταφοράς δεδομένων μέσω επικοινωνιακών κυκλωμάτων (πχ τηλεφωνικών γραμμών).

Το διαδίκτυο ως τόπος διαπροσωπικών επαφών και πολυεπίπεδων συναλλαγών μας οδηγεί αναπότρεπτα στο να προβληματιστούμε σε θέματα που άπτονται τόσο του ανθρώπινου ψυχισμού και προσωπικότητας, όσο και της ανθρώπινης οντολογικής υπόστασης. Αρκετοί ισχυρίζονται ότι το internet δεν είναι τίποτα άλλο από ένας ψευδόκοσμος, μια ψευδοκοινότητα (Beniger, 1987) η οποία μόνο κατ’επίφαση λειτουργεί με επίκεντρο την ξεχωριστή προσωπικότητα του ανθρώπου και πάντοτε με εργαλειακό (Pavlov, 2006) χαρακτήρα. Όπως με λίγα λόγια εργαλειακά αντιλαμβανόμαστε μια οποιαδήποτε οικιακή συσκευή, έτσι θα πρέπει να συλλάβουμε και την έννοια του διαδικτύου. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ακόμα και μία δίωρη χρήση του διαδικτύου ανά εβδομάδα είναι ικανή ώστε να κάνει το άτομο να εμφανίζει σημάδια κοινωνικής απομόνωσης (Nie and Erbring 2002). Αν ακολουθήσουμε ιδιαίτερα την τελευταία λογική, εκ των πραγμάτων αναγνωρίζουμε το διαδίκτυο ως κάτι το οποίο παρασιτεί εις βάρος του φυσικού κόσμου και κατ’επέκταση ως κάτι το πολύ υποδεέστερο τόσο αξιολογικά, όσο και χρηστικά.

Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι το διαδίκτυο είναι ένας πέρα για πέρα αληθινός κόσμος, και μάλιστα σε ορισμένα του σημεία βελτιώνει τις ατέλειες του φυσικού κόσμου (Zhangxu, 2001) που μας περιβάλλει. Ο φυσικός κόσμος άλλωστε έχει έμφυτη την τάση της αδικίας ανάμεσα στα είδη, όπως θα μας έλεγε εύλογα και ο προσωκρατικός φιλόσοφος Αναξίμανδρος (Αναξίμανδρος, σωζόμενα αποσπάσματα). Στατιστικές έρευνες (Howard, P. Rainie, L. Jones, S. 2001) αποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι είναι αρκετά ικανοποιημένοι από τη χρήση του διαδικτύου και μάλιστα η πλειοψηφία των ερωτηθέντων ισχυρίζεται (σε αντίθεση με τους Nie και Erbring) ότι το διαδίκτυο έχει βελτιώσει τις σχέσεις τους τόσο με τους συγγενείς, όσο και με το φιλικό περιβάλλον. Επίσης σχεδόν τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων αναγνωρίζουν ότι το διαδίκτυο έχει βελτιώσει την ικανότητά τους να μαθαίνουν νέα πράγματα, αλλά να αντιλαμβάνονται την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου τους με τρόπο πολύ αποτελεσματικό και ωφέλιμο. Η τεχνολογία των διαδικτυακών μηχανών αναζήτησης έχει εξελιχθεί κατά πολύ, προσφέροντας στον χρήστη την πληροφορία που επιθυμεί εύκολα και γρήγορα, καθώς το ίδιο συμβαίνει και με τους διαδικτυακούς θεματικούς καταλόγους ιστοσελίδων. Το διαδίκτυο λοιπόν, όσο τεράστιο και αν είναι, δεν παρουσιάζεται ούτε άτακτο, ούτε συγκεχυμένο στα μάτια εκείνων που γνωρίζουν πώς πρέπει να ανιχνεύσουν και να ανακαλύψουν το αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους. Όταν η πληροφορία απλώνεται υπέρμετρα τόσο σε χώρο αλλά και σε ποσότητα, τότε η διάρθρωση και η ταξινόμηση έχουν πρωτεύοντα ρόλο. Τόσο όμως η διάρθρωση, όσο και η ταξινόμηση, ποτέ καθαυτές δεν ήταν αρκετές για μια ικανοποιητική διαδικτυακή εμπειρία. Προϋποθέτουν πάντοτε έναν ικανό χρήστη ο οποίος γνωρίζει να επεξεργάζεται λογικά τα δεδομένα που του προσφέρονται, αλλά πάνω από όλα, έναν πολίτη που γνωρίζει να ψάχνει και να θέτει ερωτήματα ώστε να αποκομίζει τις προσδοκώμενες απαντήσεις.

Οποιαδήποτε των δύο παραπάνω περιπτώσεων εκλάβουμε ως δεδομένη, οφείλουμε να κάνουμε μια αναφορά στην επίπτωση του δεδομένου αυτού στην προσωπικότητα και τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Είτε το διαδίκτυο δρα αρνητικά, είτε θετικά ως φορέας κοινωνικών και προσωπικών δραστηριοτήτων, δεν παύει να αποτελεί κάτι το αξιοσημείωτο, κάτι που εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι χρήζει ιδιαίτερης ανάλυσης σε σχέση με την ανθρώπινη προσωπικότητα. Απόδειξη αυτού, είναι η γένεση ενός νεότερου όρου, εκείνου της «Κυβερνοψυχολογίας» (cyberpsychology) ο οποίος ερευνά εκτεταμένως αρκετά θέματα περί του διαδικτύου που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τις ανθρώπινες ψυχικές εκδηλώσεις. Αυτά αφορούν πολλές και ποικίλες θεματικές περιοχές, όπως η καθαυτό μελέτη της διαδικτυακής εμπειρίας και οι τρόποι μέσω των οποίων αυτή γίνεται καλύτερη και αποδοτικότερη προς όφελος των ανθρώπων (Prieto, 2004). Περαιτέρω, μελετώνται τομείς όπως η διάρθρωση και η διαχείριση της πληροφορίας και της γνώσης στον κυβερνοχώρο, οι ψυχολογικές διεργασίες του ανθρώπου κατά τη χρήση του πληροφοριακού συστήματος, παθολογικά φαινόμενα από τη μη ορθή χρήση του διαδικτυακού περιβάλλοντος αλλά και μια εντελώς νέα οπτική και χρήση του ψηφιακού κόσμου ως θεραπευτικό εργαλείο στα χέρια εξειδικευμένων ψυχολόγων και ψυχιάτρων. Στην τελευταία αυτή προοπτική επιδιώκεται η διαμόρφωση του κατάλληλου εκείνου περιβάλλοντος το οποίο θα δράσει ως αρωγός κατά τη διεξαγωγή της θεραπείας του ψυχολογικά ασθενούς. Η συνδρομή της τεχνολογίας γίνεται είτε με άμεση φυσική επαφή του ασθενούς με ένα τεχνολογικό προϊόν (Libin & Libin, 2004) με τη βοήθεια της ρομποτικής (robotherapy), είτε με τη δημιουργία πλασματικού περιβάλλοντος (εδώ παρατηρούμε πιο ενεργή τη χρήση του διαδικτύου) από ειδικό λογισμικό. Τέτοια περίπτωση για παράδειγμα αποτελεί το Emma Project  (Alcaniz et al, 2003), το οποίο ήδη από το 2003 αποτελεί ένα πρόγραμμα διερεύνησης της σχέσης συναισθήματος και πραγματικότητας στον τεχνολογικό τομέα. Εδώ πλέον αναπτύσσονται πλασματικά περιβάλλοντα με εικονικούς πράκτορες που διαθέτουν ένα είδος προσωπικότητας - συμπεριλαμβανομένων και των συναισθημάτων- βάσει της οποίας μπορεί ο εισερχόμενος σε αυτόν τον κόσμο να συνομιλήσει μαζί τους χρησιμοποιώντας λέξεις και εκφράσεις όπως ακριβώς και στην καθημερινή ζωή του. Αυτό στοχεύει κυρίως σε ψυχομετρικά πειράματα, όπου βάσει ελεγχόμενου περιβάλλοντος καταγράφονται και αξιοποιούνται οι αντιδράσεις των ασθενών. Επιπλέον χρησιμοποιείται ως αρωγή σε ήδη υπάρχουσες ιατρικές μεθόδους.

Όπως παρατηρούμε από τα παραπάνω, η ψυχολογία έχει εισέλθει δυναμικά και ενεργά εδώ και αρκετά χρόνια στο χώρο της ψηφιακής τεχνολογίας και τον κυβερνοχώρο, όχι μόνο για να τον χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση των στόχων της, αλλά επιπρόσθετα να τον διερευνήσει εις βάθος ως χώρο ουσιαστικής αλληλεπίδρασης με τον ανθρώπινο παράγοντα.

 

Η ψυχολογία του πολίτη του διαδικτύου (netizen).

Από τα πρώτα στάδια της ζωής του, ο άνθρωπος μέσα από τις επιλογές, τις κλίσεις και δεξιότητες που αναπτύσσει, διαμορφώνει μια προσωπικότητα η οποία είναι το βασικότερο σημείο αναφοράς σχετικά με τον κοινωνικό του περίγυρο. Όσο περνούν τα χρόνια, οι ευθύνες του μεγαλώνουν καθώς η προσωπικότητά του παγιώνεται ως εικόνα κατά την αλληλεπίδρασή του με την κοινωνία. Οι ευθύνες λοιπόν που καλείται να αναλάβει, οι κοινωνικές συμβάσεις και οι νόρμες της συμπεριφοράς που εκ των πραγμάτων τίθενται ενώπιόν του, δρουν με τρόπο δεσμευτικό, είτε ο άνθρωπος ακολουθήσει τις κοινωνικές επιταγές είτε όχι. Αυτό συμβαίνει γιατί μέσα από τα μεγάλα και μικρά «ναι» και από τα αντίστοιχα «όχι» που θα διατυπώσει ο άνθρωπος, ο κοινωνικός περίγυρος συνήθως σπεύδει να κατηγοριοποιήσει τη συμπεριφορά του σε ένα προκαθορισμένο χαρακτηριστικό σύνολο ανθρώπων, με σκοπό όχι τόσο την καθαυτό δημιουργία στερεοτύπων, αλλά την ευκολότερη κατανόηση της συμπεριφοράς αυτής (Γεώργας, 1999). Η δημιουργία στερεοτυπικής αντίληψης έρχεται εκ των πραγμάτων ως συνέπεια της προσπάθειας αυτής για κατανόηση. Αν για παράδειγμα ένας άνθρωπος αρνείται συστηματικά να εργαστεί, η κοινωνική κατηγοριοποίηση  που ενδεχομένως θα τύχει είναι εκείνη που προσδιορίζει την έννοια του αργόσχολου. Αν πάλι δέχεται συστηματικά πολλές προτάσεις εργασίας, τότε πιθανώς εντάσσεται στην κατηγορία του εργασιομανή. Αν για παράδειγμα εργάζεται με συγκεκριμένο και οριοθετημένο καθημερινό ωράριο, ενδέχεται να κατηγοριοποιηθεί στο σύνολο των κατεστημένων μικροαστών. Μολονότι όλες οι παραπάνω χαρακτηριστικές των ανθρώπων έννοιες έχουν κατά βάση αρνητική χροιά, είναι δυνατόν να βρεθούν και οι αντίστοιχες θετικές. Αυτό όμως έχει λίγη σημασία εν προκειμένω. Εκείνο που πρώτιστα μας ενδιαφέρει είναι η ανάγκη του ανθρώπου να κατηγοριοποιεί τάσεις και συμπεριφορές με σκοπό όχι κατ’ανάγκη την επίθεση ή την απαξίωση ενός άλλου προσώπου (Westhues, 2001), αλλά την ευκολότερη αντίληψη και αλληλεπίδραση με το συγκεκριμένο άτομο: η κατηγοριοποίηση δημιουργεί σύνολα έτοιμα να δεχτούν νέες καταχωρήσεις. Αν ένα νέο ερέθισμα μείνει ανένταχτο, τότε κατά πάσα πιθανότητα μένει και ακατανόητο στον παρατηρητή με απρόβλεπτες και απροσδόκητες συνέπειες. Αν, βλέποντας μια μύγα, δεν την κατηγοριοποιήσει ο εγκέφαλος στα έντομα αμελητέας επικινδυνότητας για τον άνθρωπο, τότε όλοι θα τρέχαμε πανικόβλητοι στη θέα της. Ακόμα και αν κάπου στον πλανήτη υπάρχει ένα τέτοιο έντομο επικίνδυνο, μόνο και μόνο επειδή έχουμε αυτού του είδους τη γνώση ή πληροφόρηση, δημιουργούμε στον εγκέφαλο ένα κενό υποσύνολο, έτοιμο να δεχτεί την καταχώρηση της επικίνδυνης αυτής μύγας με την πρώτη ευκαιρία του ανάλογου και σχετικού ερεθίσματος. Ενώ λοιπόν όλα αυτά φαίνονται αναγκαία στη ζωή και τη δράση όλων, αναπόφευκτα συμπίπτουν με τη δημιουργία στερεοτύπων, όπως πιο πάνω σύντομα αναλύθηκε. Δύσκολα κάποιος μένει «ανένταχτος» και ανεπηρέαστος από τα κοινωνικά στερεότυπα. Δεν έχει νόημα να εξεταστεί το είδος των στερεοτύπων, αλλά πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός της στερεοτυπικής λειτουργίας του ανθρωπίνου εγκεφάλου καθαυτό και η δέσμευση που απορρέει από αυτήν.

Πολλοί θα θεωρούσαν γοητευτική την αποδέσμευση από αυτή την κατάσταση, όχι τόσο με την έννοια της απαλοιφής των στερεοτύπων (πράγμα πολύ δύσκολο), αλλά με τον κατά κάποιο τρόπο μηδενισμό των ισχυόντων στερεοτύπων σε σχέση με τον εαυτό τους ως κοινωνική μονάδα και παγιωμένη προσωπικότητα: «Τι θα γινόταν αν ήμουν κάποιος άλλος; Πώς θα ήταν για μένα αν οι άλλοι διαμόρφωναν διαφορετική αντίληψη για την προσωπικότητά μου;». Στον αποθηκευτικό χώρο ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, μια τέτοιου είδους διαγραφή δεδομένων θα ήταν κάτι πολύ πιο απλό από το να προκληθεί ένα είδος «μαζικής αμνησίας» στον κοινωνικό περίγυρο σε σχέση με την αντίληψη που ο περίγυρος αυτός έχει διαμορφώσει για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Δυστυχώς (κατά πολλούς ευτυχώς) ο φυσικός κόσμος μας δεν απαρτίζεται από όντα που μπορούν να διαγράψουν από τη μνήμη τους τόσο εύκολα τόσο τις στερεοτυπικές κατηγορίες, όσο και στοιχεία που εντάσσουν σε αυτές. Ο χώρος του διαδικτύου όμως;

Έστω ότι κάποιος άνθρωπος αρκετά ευκατάστατος, αναγνωρίσιμος και με διοικητική εξουσία στα χέρια του στον φυσικό μας κόσμο αποφασίσει να εισέλθει ανώνυμα σε ένα διαδικτυακό τόπο συζητήσεων. Αν παραβιάσει τους κανόνες χρήσης του τόπου αυτού (για παράδειγμα αν επιτεθεί υβριστικά σε κάποιο μέλος) το πιθανότερο είναι να αποβληθεί από τον διαχειριστή του τόπου αυτού. Η αποβολή του αυτή ίσως να ήταν υπό συζήτηση σε κάποιον φυσικό χώρο όπου οι θαμώνες θα τον αναγνώριζαν εξ όψεως και θα υπολόγιζαν τη δύναμη και την εξουσία του, κατηγοριοποιώντας σχεδόν αυτόματα στο σύνολο του κοινωνικά ισχυρού. Τώρα πλέον εδώ, στο διαδίκτυο, ο άνθρωπος εύκολα και γρήγορα γίνεται κάτι άλλο, έξω από τον φυσικό εαυτό του, «δραπετεύοντας» για όσο διάστημα το επιθυμεί από τις δεδομένες στερεοτυπικές αντιλήψεις του φυσικού κόσμου. Και αυτό θα μπορεί να το κάνει όσες φορές και όποτε το επιθυμεί. Το αντίστοιχο γεγονός στον φυσικό κόσμο για να επιτευχθεί θα απαιτούσε μεγάλο κόπο και χρόνο αλλά και ιδανικές συνθήκες. Αυτή η ιδιότυπη μορφή «έκστασης» με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα την ευκολία στην πραγματοποίηση και τη συχνότητά της, μας οδηγεί στο να αντιλαμβανόμαστε το διαδίκτυο ούτε σαν χώρο συμπληρωματικό, ούτε σαν χώρο επέκτασης της φυσικής πραγματικότητας, αλλά σαν κάτι ξεχωριστό, σαν κάτι διαφορετικό αυτής.

Το διαδίκτυο διαθέτει αναπόφευκτα και αυτό τα στερεότυπά του. Η θεμελιώδης διαφορά όμως έγκειται ακριβώς στην ιδιαίτερη «ρευστότητά τους» και τη δυνατότητα του κάθε «διαδικτυακού πολίτη» -netizen- (Hauben, 1995) να διαγράφει μονοκονδυλιά οποιοδήποτε διαδικτυακό του παρελθόν, προχωρώντας στο μέλλον σε κάτι διαφορετικό. Αν ο πολίτης επιλέξει να δρα επώνυμα στο διαδίκτυο και σταθερά, τότε γίνεται αντικείμενο στερεοτυπικής αντίληψης. Το γεγονός όμως και μόνο ότι έχει εύκολα και γρήγορα τη δυνατότητα να γίνει κάτι το διαφορετικό και να αντιμετωπιστεί διαφορετικά από τους διαδικτυακούς συμπολίτες του, είναι αυτό που κάνει τη ριζική διαφορά. Μπορεί ίσως ποτέ να μη χρησιμοποιήσει κάποιος τη δυνατότητα αυτή, αλλά και μόνο η γνώση ότι μπορεί να το πράξει, είναι ικανή να αλλάξει τον τρόπο συμπεριφοράς του. Είτε κάποιος βρίσκεται σε μειονεκτική θέση στον φυσικό κόσμο, είτε σε πλεονεκτική (όπως το παράδειγμα του ισχυρού που ήδη ειπώθηκε) πάντοτε θα αποτελεί ένα γοητευτικό ενδεχόμενο η αποδέσμευσή του από τις νόρμες και τα στερεότυπα του κόσμου, γοητεία που αυξάνεται αν λάβουμε υπόψη το αίσθημα ασφάλειας και ασύλου που προσφέρει η θέση πίσω από την οθόνη ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ακόμα όμως και η πρώτη φορά που κάποιος εισέρχεται σε μια διαδικτυακή κοινότητα, αποτελεί από μόνο του έναν παράγοντα απελευθερωτικό: Πώς κάποιος θα μπορούσε τόσο εύκολα να ξαναγεννηθεί; Αυτή η ρευστότητα της διαδικτυακής υπόστασης ενός φυσικού προσώπου, ακόμα και μόνο ως πιθανό ενδεχόμενο, διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο σε σχέση με τη δημοφιλία του διαδικτύου.

Στις διαδικτυακές κοινότητες συζητήσεων (fora) καθώς και στις συζητήσεις πραγματικού χρόνου (chatrooms) ο ψευδωνυμικός χαρακτήρας των διαλόγων έχει (από καταβολής του διαδικτύου) λάβει χαρακτήρα άγραφου (και πολλές φορές γραπτού) κανόνα. Αυτό είναι κατά πολλούς ένα στοιχείο που προάγει την ουσία των απόψεων, αποδεσμευμένες από το άτομο που τις εκφέρει. Στα πλαίσια των στερεοτύπων, πολλές φορές ο άνθρωπος υποβαθμίζει ή αναβαθμίζει μια άποψη όταν εκφέρεται από ένα άτομο που αντιπαθεί ή συμπαθεί αντίστοιχα. Το άτομο το οποίο δεν τυγχάνει της συμπάθειας του συνομιλητή του, οφείλει να προσπαθήσει πάρα πολύ προκειμένου να κάνει την άποψή του αποδεκτή από τον συνομιλητή, πράγμα που πολλές φορές ούτε καν επιτυγχάνεται, ασχέτως αν η άποψή αυτή υπό άλλες συνθήκες θα ήταν απολύτως σεβαστή και μάλιστα υιοθετημένη. Ο υπαρξιστής φιλόσοφος S. Kierkegaard, επειδή γνώριζε πάρα πολύ καλά αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό φαινόμενο και όντας ο ίδιος πολυγραφότατος, αποφάσισε να συγγράφει ψευδωνύμως. Αυτήν του την απόφαση την δικαιολόγησε επιπρόσθετα πάνω στη διαπίστωση ότι η έκφραση αδικεί πολλές φορές (όντας αναντίστοιχη με) την ουσία και την εσωτερικότητα του ανθρώπου (Kierkegaard 1846). Όταν σπεύδει κανείς να χαρακτηρίσει έναν άνθρωπο με μοναδικό κριτήριο την εξωτερική έκφρασή του, τότε υπάρχουν αρκετές πιθανότητες να σφάλλει. Ο ψευδωνυμικός λοιπόν τρόπος γραφής, εκτός των άλλων, χρησιμοποιείται από τους συγγραφείς επειδή απλά είναι από τους λίγους τυχερούς που καταλαβαίνουν την αντίθεση μεταξύ του τρόπου με τον οποίο υπάρχουν ως εσωτερικά οντα και την ταυτόχρονη μη επιτυχημένη έκφρασή τους στην εξωτερική τους δραστηριότητα και εμφάνιση. Θα μπορούσε λοιπόν με λίγα λόγια να διατυπωθεί ότι το διαδίκτυο απελευθερώνει τη διάδοση των απόψεων και των γνωμών, δίνοντας περισσότερο έμφαση στην ουσία και όχι στους τύπους;

 

Κυβερνοφιλελεύθεροι και Κυβερνοπατριαρχικοί

Αρκετοί υποστηρίζουν ότι το διαδίκτυο έρχεται όντως να επανορθώσει την αδικία των ηλεκτρονικών και έντυπων μέσων ενημέρωσης τα οποία σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι υποταγμένα στην προπαγάνδα και τις ιδεολογικής χροιάς επιχειρηματολογίες. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό όταν ομιλούμε περί πολιτικής. Όταν η συμβατική πολιτική βασίζεται στην ιδεολογία, ο ψηφιακός κόσμος βασίζεται στα δεδομένα. (Katz, 1997). Η συμβατική πολιτική έκφραση μέσα από τα ΜΜΕ έχει έρεισμα κατά κύριο λόγο στις δογματικές προσεγγίσεις και τις στείρες αντιπαραθέσεις προς χάριν εντυπωσιασμού. Στο διαδίκτυο όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εδώ επίκεντρο είναι η πληροφορία και όχι ο εντυπωσιασμός. Δεν υπάρχει ούτε το άγχος του τηλεοπτικού χρόνου, ούτε τα όρια των έντυπων σελίδων και των μελανιών. Ακόμα περισσότερο -και πιο σημαντικό- είναι ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να αποκτήσει και να αξιοποιήσει τον δικό του χώρο έκφρασης, πράγμα που με τα δεδομένα των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης φάνταζε απίθανο. Ο κόσμος του διαδικτύου κοντολογίς βαδίζει εκ της δομής και υφής του (με τις εξαιρέσεις του και αυτός όπως πάντα) σε μια πιο ορθολογική και εμπεριστατωμένη αξιοποίηση του λόγου και της έκφρασης. Λιγότερο άγχος, περισσότερος χώρος και χρόνος, ανοιχτή πρόσβαση σε όλους. Η άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων ως δυνατότητα του διαδικτύου γοήτευσε και ακόμα γοητεύει αρκετούς (Dyson et al 1994), ώστε προβαίνουν σε μια νέα Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του κυβερνοχώρου (Barlow, 1996). Ισχυρίζονται ότι οι δεδομένες κοινωνικές νόρμες που αναφέρονται για παράδειγμα στις ιδιότητες του πλουσίου και του φτωχού, δεν διαδραματίζουν ρόλο στο διαδίκτυο καθώς βασίζονται στην ύλη, και το διαδίκτυο είναι ένας χώρος που βασίζεται στο πνεύμα και την ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται και να εκφράζεται ελεύθερα: «Θα δημιουργήσουμε έναν πολιτισμό στο διαδίκτυο βασισμένο στο Νου. Πιθανώς θα είναι πιο ανθρώπινος και δίκαιος από τον κόσμο που οι κυβερνήσεις σας έχουν ποτέ δημιουργήσει». Και ακόμα: «Εμείς διαμορφώνουμε το δικό μας Κοινωνικό Συμβόλαιο. Αυτή η μορφή διακυβέρνησης θα βασίζεται σύμφωνα με τις συνθήκες και τους κανόνες του δικού μας κόσμου και όχι του δικού σας. Ο δικός μας κόσμος είναι διαφορετικός» (Barlow, 1996). Η πτέρυγα των θεωρητικών που διακρίνουν το διαδίκτυο ως πηγή απόλυτης ελευθερίας έχει επικρατήσει να αποκαλούνται στη διεθνή κοινότητα ως “cyberlibertarians”, δηλαδή ως «κυβερνοφιλελεύθεροι» (Klang, 2005).

Στον αντίποδα των κυβερνοφιλελεύθερων βρίσκονται οι “cyberpaternalists”, δηλαδή οι «κυβερνοπατριαρχικοί». Κεντρικό ρόλο σε αυτή την αντίληψη κατέχει ο καθηγητής νομικής J. Reidenberg ο οποίος ανέπτυξε τη θεωρία του “Lex Informatica” (Reidenberg, 1998). Σύμφωνα με αυτή, ο Reidenberg υποστήριξε ότι όπως πριν εκατοντάδες χρόνια μεταξύ των εμπόρων υπήρχε ένας ισχυρός νόμος, ο Lex Mercatoria, έτσι και σήμερα, το διαδίκτυο διακατέχεται από έναν αντίστοιχο νόμο, τον Lex Informatica, o οποίος και δρα περιοριστικά της ελευθερίας που εισηγούνται οι «κυβερνοφιλελεύθεροι». Η θεωρία αυτή συνοψίζεται στο ότι ο σχεδιασμός των υπολογιστικών συστημάτων και οι σημαντικές δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία θέτουν εκ των πραγμάτων νόμους και κανόνες στους συμμετέχοντες στην ψηφιακή κοινότητα. Η δημιουργία και η προσαρμογή των κανόνων της πληροφορικής ενέχονται στο σχεδιασμό των δικτύων και στις προδιαγραφές των πληροφοριακών συστημάτων. Όσο και αν ο χρήστης ενός πληροφοριακού συστήματος έχει τεχνικές επιλογές για να διαμορφώσει όπως θα ήθελε τη διαδραστική του εμπειρία (πχ την διαδικτυακή πλοήγηση), όσο και να προσπαθήσει, δεν θα υπερσκελίσει τους κανόνες και τις προϋποθέσεις που ο διαχειριστής ή κατασκευαστής του πληροφοριακού συστήματος έχει εκ των προτέρων θέσει (Reidenberg, 1998). Πέρα από τη θεωρία αυτή, είναι γνωστό στη διεθνή κοινότητα ότι οι χώρες που συντηρούν ολοκληρωτικά καθεστώτα έχουν μειωμένη ή ελεγχόμενη πρόσβαση στην κοινωνία της πληροφορίας. Πιο συγκεκριμένα, έχουν ήδη δημοσιευθεί οι μέθοδοι μέσω των οποίων για παράδειγμα η Κίνα φιλτράρει το διαδικτυακό περιεχόμενο στο οποίο έχουν πρόσβαση οι Κινέζοι πολίτες (Zittrain & Edelman 2003), παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο τεχνικώς είναι αρκετά δύσκολο και επίπονο λόγω του μεγέθους και των πολλαπλών πηγών της πληροφορίας (Lacharite, 2002). Πρόσφατα μάλιστα απασχόλησε τη διεθνή κοινότητα το γεγονός ότι η γνωστή μηχανή αναζήτησης Google λογοκρίνει τον εαυτό της παρέχοντας περιορισμένη και επιλεκτική ποσότητα πληροφοριών στους κατοίκους της Κίνας, ακολουθώντας τις επιταγές του Πεκίνου (BBC, 2006) (NY Times, 2006). Ο εκπρόσωπος της μηχανής αναζήτησης δήλωσε επίσημα (BBC, 2006) ότι ενώ από τη μία πλευρά είναι αντίθετο προς τις αρχές της Google να λογοκρίνει αποτελέσματα, είναι περισσότερο αντίθετο να μην δίνει καθόλου αποτελέσματα στην Κίνα, πράγμα που υποδηλώνει τις ισχυρές πιέσεις που δέχεται η εν λόγω μηχανή αναζήτησης από την Κινεζική κυβέρνηση.

Είτε κάποιος δηλώνει κυβερνοφιλελεύθερος, είτε κυβερνοπατριαρχικός, οφείλει να προβληματιστεί πάνω στο φαινόμενο της αντιμετώπισης της διαδικτυακής παθολογίας, με κυριότερη έκφρασή της (κυρίως λόγω της μεγάλης της έξαρσης και διάδοσης) τη γρήγορη και εύκολη διακίνηση παρανόμου υλικού. Η ψηφιοποίηση προσφέρει μεγάλες ευκολίες αποθήκευσης και αρχειοθέτησης ηχητικού και οπτικού υλικού (αρχεία ήχου και video), φωτογραφιών, εφαρμογών λογισμικού, κειμένων, ακόμα και ολόκληρων βιβλίων. Η ευκολία αυτή υπάρχει φυσικά και στο διαμοιρασμό των αρχείων αυτών. Ο διαμοιρασμός επιτυγχάνεται με πολλούς και ποικίλους τρόπους, πράγμα που δυσκολεύει πάρα πολύ τον έλεγχο των δεδομένων που διακινούνται. Σαν συνέπεια αυτού, έρχεται η μεγάλη κίνηση παράνομου υλικού, προϊόντος πνευματικής ιδιοκτησίας, σε όλες τις μορφές των δεδομένων που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Στη διαδικτυακή ορολογία, το παράνομο αυτό υλικό ονομάζεται «warez» (Wikipedia, 2006). Αυτό το νέο είδος παραβατικότητας εμπλέκει τρεις κύριους πόλους: Τον ιδιοκτήτη ή τον νόμιμο διαχειριστή του υλικού, τον παραβάτη που έχει τις τεχνικές γνώσεις να υφαρπάξει και να το διαθέσει σε ελεύθερη μορφή (αν έχει το λογισμικό κάποιο είδος προστασίας), καθώς και τον τελικό παραβάτη χρήστη που το ιδιοποιείται και το χρησιμοποιεί χωρίς να είναι νόμιμος δικαιούχος του. Για τον πρώτο είναι σίγουρα μια τεράστια πληγή και απώλεια. Για τον δεύτερο είναι μια μεγάλη πρόκληση. Για τον τρίτο ιδιαίτερα όμως (τον σύγχρονο netizen που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω) μπορεί να είναι πολλά πράγματα: από μια απλή εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος (υπό την παραβατική έννοια πάντοτε) μέχρι μια εθιστική συστηματική δραστηριότητα. Ο παραβάτης χρήστης πολλές φορές αποκτά μια μανιώδη διάθεση για όλο και περισσότερη κτήση παράνομου υλικού, χωρίς να το έχει πραγματικά ανάγκη και χωρίς να το χρειάζεται για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Το γεγονός και μόνο ότι μπορεί να το αποκτήσει και να το κάνει δικό του για πάντα αποθηκεύοντάς το σε ένα μέρος του τοπικού αποθηκευτικού του μέσου, στέκεται από μόνο του η ιδιαίτερη και μοναδική αιτία για να εξακολουθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα να εκδηλώνει αυτού του είδους την παραβατική συμπεριφορά (McCandless, D. 997). Αυτή η ψηφιακή παραβατικότητα έχει αλλάξει άρδην την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Αρκετά είδη βιομηχανίας, όπως η μουσική και η κινηματογραφική, διαρκώς επινοούν τρόπους και ασφαλιστικές δικλείδες που θα τους προφυλάξουν από αυτό το φαινόμενο. Μερικοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι η τελειότερη (αν θα μπορούσε ποτέ να χαρακτηριστεί με αυτό τον επιθετικό προσδιορισμό) μορφή πολέμου κατά τη σύγχρονη εποχή θα μπορούσε να ήταν αποκλειστικά ψηφιακής μορφής (Nitzberg, 1997). Σύμφωνα με τους ίδιους, όλα τα δεδομένα που διέπουν έναν πόλεμο στον φυσικό κόσμο, αντιστοιχούν κάλλιστα σε ανάλογα ή παρόμοια δεδομένα του ψηφιακού κόσμου.

Γιατί όμως ο διαδικτυακός πολίτης εισάγεται πολύ πιο εύκολα στην παραβατική νοοτροπία; Εδώ θα μπορούσε κάποιος να συμβουλευτεί ανάλογες μελέτες και στατιστικές έρευνες (Glaeser & Sacerdote 1999) που έχουν δείξει ότι η παραβατική και εγκληματική συμπεριφορά στις πόλεις παρατηρείται σε ιδιαίτερα αυξημένο βαθμό σε αναλογική σχέση με τα προάστια ή τους μικρότερους οικισμούς. Οι δύο κύριες εξηγήσεις που δίνονται εν προκειμένω είναι ότι αφενός στις πόλεις ο πληθυσμός είναι αυξημένος και η πιθανότητα να αναγνωριστεί κάποιος από κάποιον άλλο είναι μειωμένη και αφετέρου, σαν συνέπεια του προηγουμένου, η πιθανότητα ατιμωρησίας είναι μεγαλύτερη (Glaeser & Sacerdote 1999). Κοντολογίς οι δύο κύριοι παράγοντες που αυξάνουν την παραβατική συμπεριφορά είναι η ανωνυμία και η αυξημένη προσδοκία ατιμωρησίας, είτε με την έννοια της ποινικής κολάσεως, είτε με την έννοια της κοινωνικής κατακραυγής. Αν αυτό συμβαίνει στις πόλεις του φυσικού μας κόσμου, πόσο μάλλον συμβαίνει στην παγκόσμια και πολυπληθέστερη πολιτεία που έχει ιδρυθεί ποτέ, το διαδίκτυο. Τα κοινωνικά οφέλη του διαδικτύου σίγουρα δεν έρχονται χωρίς κάποιο κόστος. Σε αρκετές μάλιστα περιπτώσεις, όταν οι παραβάσεις εμφανίζονται σε συστηματοποιημένη μορφή, πολλοί κάνουν λόγο περί «κυβερνοτρομοκρατίας» (Bandura, 2001). Οι ανάλογες μορφές εγκληματικότητας του φυσικού κόσμου εισέρχονται στο χώρο του διαδικτύου. Σε όποια μορφή κοινωνίας και αν συμμετάσχει ενεργά ο άνθρωπος, ποτέ δεν θα καταφέρει να απαλλαχτεί από τις φροϋδικές επιταγές του επιθυμητικού μέρους της ψυχής του. Τώρα πλέον η αποφυγή παραβατικής συμπεριφοράς έγκειται κατά κύριο λόγο στο ηθικό του ανάστημα και στη στοιχειώδη λογική ικανότητά του. Τώρα πλέον ερχόμαστε να στοχαστούμε εκ νέου πάνω στο διαχρονικό ερώτημα: «Αν δεν υπήρχαν επιπτώσεις, αν πέρναγες απαρατήρητος, αν είχες τη δυνατότητα να το κάνεις τέλεια και με μεγάλο όφελος, θα έκανες την παράβαση;» Τα υπολογιστικά συστήματα βέβαια, όπως θα έσπευδαν να δηλώσουν και οι «κυβερνοπατριαρχικοί» διακατέχονται από δικούς τους νόμους και κανόνες ώστε να προβλέπουν τον περιορισμό ή την αποφυγή εκδήλωσης παραβατικών συμπεριφορών. Ως συνήθως όμως, έτσι και στο διαδίκτυο, η παρανομία, η παρατυπία ή το έγκλημα βρίσκονται σχεδόν κατά κανόνα ένα βήμα μπροστά από το νόμο.

 

 

Τελικά ο Κυβερνοπολίτης είναι ο προθάλαμος του Πολίτη του Κόσμου;

Το ιδανικό του φιλοσοφικού κοσμοπολιτισμού το συναντούμε κατά κόρον στην αρχαία ελληνική διανόηση και ιδιαιτέρως στα ρεύματα των κυνικών αλλά και των στωικών φιλοσόφων (Σκουτερόπουλος, 1998). Η φράση: «πατρίδα μου δεν έχω μια μόνο πόλη, μια μόνο στέγη, όλη η γη για μένα είναι σπίτι και πατρίδα», είτε διατυπώνεται από τον Κράτη τον Κυνικό, είτε από κάποιον σύγχρονο «κυβερνοπολίτη» διατηρεί πάντοτε το ειδικό της βάρος. Το ειδικό αυτό βάρος συνίσταται βέβαια στο σκεπτικό ότι είναι ανόητο να οχυρώνεται κάποιος πίσω από δογματικές διαχωριστικές γραμμές που οριοθετούν την επικοινωνία του με άλλους ανθρώπους, ειδικά κατά την εποχή όπου η επικοινωνία και η σύγκλιση είναι ευκολότερη όσο ποτέ άλλοτε. Όταν κάποτε οι κυνικοί φιλόσοφοι αμφισβητούσαν με έργα και με λόγια τις παραδοσιακές αξίες της κοινωνίας με τα πλούτη, τα αξιώματα και τα κοινωνικά στερεότυπα, ταυτόχρονα προσπαθούσαν να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν τον άνθρωπο ως εσωτερική αξία (Ξενάκης, 1991). Όταν ο Κροίσος επιδεικνύει με καμάρι τα πλούτη του, είναι επιτακτική ιστορική και κοινωνική ανάγκη να υπάρχει ένας Σόλων που θα νοηματοδοτήσει εκ νέου το αξιολογικό σύστημα των ανθρώπων με κριτήριο τον άνθρωπο καθαυτόν, ο οποίος κατέχει πράγματα και δεν κατέχεται από αυτά. Ο διαδικτυακός πολίτης μαθαίνει από νωρίς ότι εκείνο που πρυτανεύει στον ιδιαίτερο νέο ψηφιακό κόσμο είναι η αξία της σκέψης και της γνώσης. Η αξία του να στρέφεται κάποιος στην εσωτερικότητά του ώστε να εκμαιεύσει το νόημα της ύπαρξης έρχεται στο προσκήνιο με αργά αλλά σταθερά βήματα. Σε αυτό οφείλουν να συνδράμουν οι εκάστοτε φορείς αλλά και ο καθένας προσωπικά. Η ιδέα του πολίτη του κόσμου ποτέ δεν ήταν μοναχική υπόθεση, καθώς ενώ από τη μια έχουμε τον πολίτη, από την άλλη απαραίτητα, πρέπει να έχουμε και τον κόσμο.
 



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

- Abbate, J.E. (1994) "From ARPANET to Internet: A history of ARPA-sponsored computer networks, 1966-1988" DAI-A 55/09, p. 2967, Mar 1995 -Dissertation- University of Pensylvania

- Alcaniz, M. Banos, R. Botella, C. Rey, B. (2003) "The EMMA Project: Emotions as a Determinant of Presence" PsychNology Journal, 2003, Vol. 1, Num. 2, 141 – 150

- Ampere, A.M. (1834) "Essai sur la philosophie des sciences" (Essay on philosophy of science) Part II. Paris online at: http://www.ampere.cnrs.fr/textes/essaiphilosophie/phi_n1.xhtml (accessed online at 31/07/2006)

- Bandura, A. (2001) "The changing face of psychology at the dawning of a globalization era" Canadian Psychology, 42, 12-24

- Barlow, J. P. (1996) A Declaration of the Independence of Cyberspace, Davows, Switzerland, Distr. online at: http://homes.eff.org/~barlow/Declaration-Final.html

- BBC News (2006) "Google censors itself for China" Wednesday, 25 January 2006. http://news.bbc.co.uk/1/hi/technology/4645596.stm (accessed online at 31/07/2006)

- Beniger J.R., (1987) "Personalization of Mass Media and the Growth of Pseudo-Community" in Communication Research Vol. 14 No. 3 pp. 357-371.

- Dyson, E., Gilder, G. & Toffler, A. (1994) “Cyberspace and the American Dream: A Magna Carta for the Knowledge Age”, Future Insight, Release 1.2

- Glaeser. E.L. SacerdoteWhy, B. (1999) "Is There More Crime in Cities?" Journal of Political Economy, Vol. 107, No. 6, Part 2: Symposium on the Economic Analysis of Social Behavior in Honor of Gary S. Becker (Dec., 1999) , pp. S225-S258

- Hauben, M (1995) "The Net and Netizens: The Impact the Net Has on People’s Lives" Columbia University. Online distribution: http://www.cs.columbia.edu/hauben/netbook/

- Hauben, M. (1994) "The Vision of Interactive Computing and the Future" The Netizens and the Internet in "The Amateur Computerist" Columbia University, Vol. 6 No 2-3 pp 3-6

- Howard, P. Rainie, L. Jones, S. (2001) "Days and Nights on the Internet: The Impact of a Diffusing Technology" American Behavioral Scientist, Volume 45, Summer 2001

- Katz, J. (1997) "Birth of a digital nation" Wired, 5(4), 49-52, 184-191

- Kierkegaard, S. (1846) - "Concluding unscientific postscript to philosophical fragments" Έκδοση και μετάφραση H.V.Hong & Ε.Η.Ηοng (1992) p.503-513

- Klang, M (2005) :Controlling Online Information: Censorship & Cultural Protection: A presentation given at “WSIS, Internet Governance and Human Rights” Uppsala, October 3, 2005

- Lacharite, J. (2002) "Electronic Decentralisation in China: A Critical Analysis of Internet Filtering Policies in the People's Republic of China" Australian Journal of Political Science, Vol. 37, Number 2 / July 01, 2002, p. 333 - 346 Routledge, part of

- Libin, E. Libin, A. (2004) "Robotherapy" Encyclopedia of Applied Psychology Vol.2 p.289-298, Elsevier Inc.

- McCandless, D. (1997) “Warez Wars.” Wired. 5(4):132-135. http://www.laric.com/razor/various/wired.html (accessed online at 31/07/2006)

- New York Times (2006) "Google's China Problem (and China's Google Problem)" by Thomson, C. Published: April 23, 2006 http://www.nytimes.com/2006/04/23/magazine/23google.html

- Nie, N.H. and Erbring, L. (2002). "The Impact of Internet Use on Sociability: Time-Diary Findings." IT & Society 1(1):1-20.http://www.stanford.edu/group/siqss/itandsociety/v01i01/v01i01a01.pdf

- Nitzberg, S (1997) "The cyber battlefield-is this the setting for the ultimate WorldWar?" Technology and Society, 1997. 'Technology and society at a Time of Sweeping Change'. Proceedings., 1997 International Symposium, Glasgow, UK

- Pavlov, L.P. (2006) "The Problems of Grey in the Context of Postmodern Science and Culture" Publishing Research Quarterly, Volume 22, Number 1 / Spring 2006, pp 18-26

- Prieto, J. M. (2004) "Cyberpsychology" Encyclopedia of Applied Psychology Vol.1 p.561-568, Elsevier Inc.

- Reidenberg, J. (1998) “Lex Informatica: The Formation of Information Policy Rules Through Technology” Texas Law Review, Vol. 76, Num. 3, Febr. 1998

- Salus, P.H.(1995) "Casting the Net: From ARPANET to INTERNET and Beyond" Addison-Wesley Professional

- Shannon, C. E. (1948), "A mathematical theory of communication," Bell System Technical Journal, vol. 27, pp. 379-423 and 623-656, July and October, 1948

- Westhues, K. (2001) “SAFS and darker forces” http://www.safs.ca/september2001/darkerforces.html, Canada

- Wiener, N. (1948) "Cybernetics, Second Edition: or the Control and Communication in the Animal and the Machine" The MIT Press; 2nd edition (March 15, 1965)

- Wikipedia (2006) http://en.wikipedia.org/wiki/Warez (accessed online at 31/07/2006)

- Zhangxu, J. (2001) ‘No Disability in Digitalized Community’, International Center for Disability Resources on the Internet (ICDRI).

- Zittrain, J.  Edelman, B. (2003) "Internet filtering in China"  Internet Computing, IEEE, Mar/Apr 2003 Vol. 7, Issue 2 p.70-77

- Αναξίμανδρος, "Αναξίμανδρος, ο φιλόσοφος του Απείρου" μτφρ: Μαυρόπουλος Θ. (2005) ΖΗΤΡΟΣ

- Γεώργας, Δ. (1999) "Κοινωνική Ψυχολογία", δ’ Πανεπιστημιακή έκδοση - τόμος A, Αθήνα

- Σκουτερόπουλος, Ν.Π. (1998) “Οι αρχαίοι κυνικοί. Αποσπάσματα και μαρτυρίες”, εκδ. Γνώση.

- Ξενάκης, Τ. (1991) “Χίππηδες και Κυνικοί” εκδ. Απόπειρα, Αθήνα