Παναγιώτης Αποστολόπουλος Πέρρος

ΔΡ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ » Πολιτική



Πώς φτάσαμε στην αριστερά του Σύριζα;

Πώς φτάσαμε στην αριστερά του Σύριζα;

Η αριστερά πριν αρκετές δεκαετίες είχε ζωτικό ρόλο και καθαρή έννοια. Έπρεπε να σταθεί υπερασπιστής του αδυνάτου απέναντι στην αλόγιστη μέχρι τότε εξουσία είτε των μοναρχών, είτε των ισχυρών -κληρονομικώ δικαιώματι- κεφαλαιοκρατών. Η απάντησή της επί το πλείστον ήταν βασισμένη στο κομμουνιστικό μανιφέστο (1848) των Μαρξ και Ένγκελς σύμφωνα με το οποίο επιδιώκεται η εργατική επανάσταση, η δικτατορία του προλεταριάτου και η δημιουργία αταξικής κοινωνίας. Στη χώρα μας όλα αυτά ήρθαν με το ΣΕΚΕ το 1919 με τη μετάφρασή του στα ελληνικά.

Το κείμενο αυτό στάθηκε οδηγός και παρηγοριά για αναρίθμητους Έλληνες από τότε μέχρι και την αυγή της δεκαετίας του 1980. Πολλοί άνθρωποι το έβλεπαν σαν βιώσιμη πολιτική λύση και σαν τη μοναδική τους ελπίδα απέναντι στους παραδοσιακά ισχυρούς, οι οποίοι είτε με τον πλούτο είτε με τον στρατό κατά κανόνα επιβάλλονταν στις εκάστοτε κοινωνίες. Η κομμουνιστική απάντηση βεβαίως πολύ απείχε από τις δημοκρατικές καταβολές της Ελλάδας. Η δικτατορία του προλεταριάτου στην καταστατική της μορφή (και όπου με τον άλφα ή βήτα τρόπο εφαρμόστηκε) δεν ήταν τίποτα διαφορετικό από μια μορφή δικτατορίας, με τη διαφορά ότι οι ηγέτες δεν ήταν οι παραδοσιακοί θεοκράτες και πλουτοκράτες δικτάτορες, αλλά κάποιοι νέοι, ανερχόμενοι δικτάτορες - θεϊκά υποκατάστατα σε κοσμικό επίπεδο. Η θεωρητική ουτοπία της αταξικής κοινωνίας, ακόμη και αν ήταν δυνατό να επιτευχθεί κάποτε από κάποιους, σίγουρα θα περιείχε την καθοδήγηση της υπερεξουσιαστικής εργατικής τάξης (προλεταριάτο).

Παρά τις εγγενείς αδυναμίες της θεωρίας αυτής, εντούτοις ήταν μια ξεκάθαρη θεωρία. Μάλιστα κάποτε και σε ορισμένες περιστάσεις στάθηκε και χρήσιμη σαν αντίπαλο δέος μεγάλων οικονομικών και στρατιωτικών δυναστών. Από το ελληνικό 1981 και ύστερα όμως τα πράγματα μεταλλάχτηκαν στον τόπο μας. Ο άκαμπτος πλην καθαρός "κομμουνισμός" προσαρμόστηκε στο νέο αστικό και καταναλωτικό περιβάλλον της σύγχρονης Ελλάδας. Χωρίστηκε σε τρεις κύριες ομάδες.

Η πρώτη ομάδα ήταν ο "νέος σοσιαλισμός" ή "σοσιαλδημοκρατία" του Ανδρέα και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ένα νέο φρούτο που δεν υποσχόταν καμία εργατική επανάσταση, ούτε καν προσπάθεια και αγώνες από τους πολίτες. Αντιθέτως, υποσχέθηκε και έδωσε απλόχερα και με χαρακτηριστική άνεση οικονομική δύναμη σε μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων. Χωρίς καμία προϋπόθεση εργασίας, χωρίς καν την βασική προϋπόθεση διατήρησης της ιδιότητας του εργάτη. Αντιθέτως πολλοί εργάτες κάθισαν σε γραφεία, πολλοί αγρότες έγιναν καρεκλοκένταυροι δημοσίων υπηρεσιών. Πράγματα που πολύ απείχαν βεβαίως από τις αρχές του κομμουνισμού. Το μόνο τους προσόν ήταν απλώς ότι ζήτησαν ευνοϊκή μεταχείριση από τον τοπικό πολιτευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ με αντάλλαγμα την ψήφο τους. Και αφού ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν υποσχέθηκε βιομηχανικές μονάδες και ευρεία παραγωγική ανάπτυξη, πώς βρήκε τα χρήματα; Απλούστατα με δανεικά στο πλαίσιο της νέας ευρωπαϊκής πραγματικότητας των αγορών και του παγκόσμιου καπιταλισμού. Οι αγορές και οι εταίροι μας δάνειζαν χρήματα. Εμείς τα αξιοποιήσαμε στην κατανάλωση και όχι στην επένδυση. Άρα υποθηκεύσαμε τις μελλοντικές γενιές. Αυτό που πληρώνουμε σήμερα δηλαδή.

Οι άλλοι δύο μετακομμουνιστικοί δρόμοι ήταν η "προοδευτική ή δημοκρατική αριστερά" του Συνασπισμού και των αναρίθμητων παραγώγων του και σαφώς ο πλήρως αστικοποιημένος "κομμουνισμός" του μετεξελιγμένου κοινοβουλευτικού ΚΚΕ. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε κάτι που πλησίαζε στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. αλλά με περισσότερα "αριστερά" προσχήματα. Στη δεύτερη περίπτωση έχουμε το trademark του Μαρξ και του Ένγκελς αλλά όχι με πολύ επανάσταση: κανείς γενικός γραμματέας άλλωστε δεν προτρέπει πλέον να βγει ο κόσμος με τσάπες και τσουγκράνες στους δρόμους. Τουναντίον ζητεί την ψήφο τους και συντηρείται από τους αστικούς νόμους χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων και του τραπεζικού δανεισμού. Δεν υπάρχουν τσουγκράνες πια. Στέκεται ως μουσειακό είδος ανάμνησης παλαιών ένδοξων εξωκοινοβουλευτικών εποχών επιχορηγούμενο από όλους μας μέσα σε αυτόν τον αστικό, κεφαλαιοκρατικό κοινοβουλευτισμό.

Τι είναι λοιπόν ο Σύριζα; Μετά από την έμπρακτη οικονομική κατάρρευση και την ευρεία συνειδητοποίηση ότι "κάτι πήγαινε στραβά" με την πολιτική που ευαγγελίστηκε και εφάρμοσε το ΠΑ.ΣΟ.Κ, ο κόσμος βρήκε εύκαιρο κάτι που να μοιάζει με το ΠΑ.ΣΟ.Κ, κάτι που θα του προσέφερε εξίσου πολλά δικαιώματα και οικονομική ισχύ, χωρίς απαραίτητα την ανταποδοτική προϋπόθεση παραγωγής και εργασίας. Αφού το έζησε μια φορά, γιατί να μην το ξαναζήσει; Επομένως, αυτοί οι πολίτες που ονομάστηκαν "λαός", πήραν από το χεράκι τους εκπροσώπους της δεύτερης μετακομμουνιστικής περίπτωσης και τους έδωσαν την εξουσία.

Σε αυτό το "αριστερό" σημείο βρισκόμαστε τώρα. Σήμερα που κάθε αριστερά έχει χάσει το νόημά της, που κάθε κομμουνισμός ακούγεται ως ανέκδοτο, ο "λαός" περιμένει να αποκτήσει χωρίς κόπο και μόχθο εκ νέου μισθούς ισχυρών κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών. Απλά και μόνο επειδή ακόμη υπάρχει στη μνήμη του "λαού" η προηγούμενη εμπειρία του Ανδρέα Παπανδρέου. Πλέον όμως δεν υπάρχουν απλόχερα δανεικά, ήρθε η στιγμή της πληρωμής, εκείνη η στιγμή η οποία δόθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου ως υποθήκη για να ζήσει ο ίδιος και ο "λαός" του μια πρόσκαιρη, καιροσκοπική, ανήθικη ευημερία. Αυτή έσκασε τώρα.

Τώρα ο "λαός" έχει δύο επιλογές. Η πρώτη είναι να συνεχίσει να επιδιώκει την εύκολη ζωή, το εύκολο χρήμα, ακόμη και αν έχει το 1/10 του επιπέδου ζωής του παρελθόντος. Η δεύτερη είναι να αποτινάξει από πάνω του τη ρετσινιά του "λαού" ο οποίος πουλάει την πολιτική του συνείδηση για εύκολα χρήματα και να μετατραπεί σε εργατικό και σκεπτόμενο "πολίτη".

Στην πρώτη περίπτωση τείνουμε ως κοινωνία αυτή τη στιγμή. Υπάρχει μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων η οποία λέει πως είναι αριστερή και ταυτόχρονα πατριωτική, εθνικιστική, μισαλλόδοξη, υπερασπιζόμενη τον νεόπλουτο δημόσιο υπάλληλο και μάλιστα κατηγορώντας (άκουσον άκουσον) τον κακομοίρη "ξεπουλημένο" εργάτη και εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα. Όλοι δηλαδή πρέπει να επιδιώκουν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι, χωρίς την προϋπόθεση της παραγωγής και της εργατικότητας. Το κριτήριο αξιολόγησης ενός δημοσίου υπαλλήλου δεν είναι η ευστροφία, η εργατικότητα ή το ταλέντο του, αλλά το αν είναι πολύτεκνος, ανάπηρος, ψηφοφόρος ή συγγενής. Αυτό ονομάζεται "αριστερή κοινωνική πολιτική" και όποιος δεν την ακολουθεί, είναι προδότης των εθνικών συμφερόντων. Εθνικό συμφέρον πλέον αποτελεί το προσωπικό οικονομικό όφελος άνευ παραγωγικού αντικρύσματος. Η πλήρης παρακμή. Η πολιτική ανηθικότητα στο πλήρες της μεγαλείο.

Η δεύτερη περίπτωση είναι η ελπίδα μας, αυτή μου μας κρατά ακόμη ζωντανούς. Η δήθεν αριστερά του ΠΑ.ΣΟ.Κ, η δήθεν δεξιά της Ν.Δ. (η οποία αναπαρήγαγε με κακέκτυπο τρόπο τις τακτικές του Ανδρέα), καθώς και η δήθεν αριστερά του νέου ΠΑ.ΣΟ.Κ. που ονόμασαν Σύριζα, πρέπει επιτέλους να τεθούν στο ιστορικό περιθώριο. Και να μην ξαναγυρίσουν ποτέ.

Οφείλει ο "λαός" να γίνει άθροισμα "πολιτών" και όχι άμορφη καιροσκοπική μάζα. Οφείλει επιτέλους να αποκτήσει την πολιτική παιδεία και τη συνείδηση που επιτάσσει την ευημερία στη βάση της παραγωγής και της ανάπτυξης. Το δίκιο δεν είναι ούτε κεφαλαιοκρατικό, ούτε στρατιωτικό, ούτε εργατικό. Το δίκιο δεν είναι ούτε αριστερό, ούτε δεξιό, ούτε προσαρτάται στα σύγχρονα κακέκτυπα της αριστεράς και της δεξιάς. Το δίκιο είναι ένα και στέκεται στο κέντρο μονάχο του. Όλοι οι πολίτες είναι ίσοι σε δικαιώματα και σε νόμους. Κανείς δεν προηγείται λόγω θέσης, καταγωγής ή προσωπικών σχέσεων. Το ρουσφέτι πρέπει να ποινικοποιηθεί, η απλή αναλογική να εγκαθιδρυθεί, η Ελλάδα να οδηγηθεί στην πρώτη γραμμή της Ευρώπης του πολιτισμού, των γραμμάτων, της επιστήμης. Εκεί ανήκει. Εκείνη το ξεκίνησε. Εκείνη πρέπει να το συνεχίσει.