Παναγιώτης Αποστολόπουλος Πέρρος

ΔΡ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ » ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ



Η Προσβασιμότητα στο Λογισμικό και το Διαδίκτυο

Η Προσβασιμότητα στο Λογισμικό και το Διαδίκτυο

Τίτλος δημοσίευσης: Παναγιώτης Πέρρος «Η Προσβασιμότητα στο Λογισμικό και το Διαδίκτυο - Σχεδιάζοντας χρηστικά περιβάλλοντα εργασίας» - Επιχειρηματική Ηθική (Business Ethics) - Α.-Σ. Αντωνίου (Επιμ.). Εκδόσεις: Σάκκουλας - 2008


Η προσβασιμότητα ως προϋπόθεση της ποιότητας

Οι νέες τεχνολογίες, το διαδίκτυο και οι εξελιγμένες δυνατότητες των προϊόντων λογισμικού έρχονται να απλοποιήσουν ολοένα και περισσότερο πολλές από τις δραστηριότητες που μέχρι πρότινος συνηθίζονταν να γίνονται με υψηλό αντίτιμο σε χρόνο, προσπάθεια, αλλά και χρήμα. Η ευκολία όμως αυτή μετατρέπεται σε τροχοπέδη όταν περιορίζει το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Ας φανταστούμε μία μηχανή που υπόσχεται να ανεβάσει το ποιοτικό επίπεδο της ζωής μας. Ας φανταστούμε επίσης τη συγκεκριμένη μηχανή στην πιο δυσπρόσιτη και απομακρυσμένη περιοχή του υψηλότερου όρους. Τώρα το πρόβλημα γίνεται περίπλοκο αφού η επικείμενη βελτίωση του ποιοτικού επιπέδου της ζωής απαιτεί εκ των πραγμάτων την πρότερη μείωσή του: Κακουχίες κατά την ανάβαση, ενδεχόμενο ατύχημα, κρυοπαγήματα, ασθένειες και τόσα άλλα. Αξίζει τον κόπο; Έστω ότι αξίζει τον κόπο. Όμως για πόσους και ποιους ανθρώπους; Είναι σίγουρο ότι απευθυνόμαστε μόνο στους αρτιμελείς, γυμνασμένους και σκληραγωγημένους. Οι υπόλοιποι δεν έχουν καν τη δυνατότητα επιλογής. Ποιο συμπέρασμα λοιπόν δύναται να προκύψει από μια τέτοια παραδοχή; Σαφέστατα ότι η τελειότητα της μηχανής από μόνη της δεν εξασφαλίζει και τη χρησιμότητά της. Όταν βέβαια μια μηχανή που έχει προγραμματιστεί να διεξάγει συγκεκριμένες λειτουργίες δεν είναι χρήσιμη τίθεται εν αμφιβόλω και ο λόγος της ύπαρξής της.

Ο όρος της προσβασιμότητας έρχεται να ασχοληθεί με αυτόν τον τομέα. Εκείνον δηλαδή που επισταμένως επιδιώκει κάτι που είναι καθαυτό καλό ή αναγκαίο να το καταστήσει ταυτοχρόνως προσβάσιμο και εύκολα διαθέσιμο προς χρήση, σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Εδώ ίσως μπορούμε να δανειστούμε το γνωστό ρητό του ωφελιμιστικού ρεύματος της ηθικής φιλοσοφίας: «Μεγαλύτερη ευτυχία για το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό ανθρώπων» (Bentham, 1780) και να το μετασχηματίσουμε: «Μεγαλύτερη χρησιμότητα, για το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό ανθρώπων».

Προσβασιμότητα και χρηστικότητα είναι έννοιες αλληλένδετες και ειδικά κατά τα τελευταία έτη σε αρκετές περιπτώσεις τείνουν να μη διαχωρίζονται εννοιολογικά η μία από την άλλη (Thatcher, 2002). Η προσβασιμότητα ως όρος μέχρι πρότινος αφορούσε μόνο τα άτομα με αναπηρίες και τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, οι οποίες για κάποιο λόγο (λχ. κινητικές δυσκολίες, μειωμένη ικανότητα σε κάποια αίσθηση κ.α.) αντιμετώπιζαν δυσκολίες πρόσβασης σε κάποιο χώρο ή σε κάποια δραστηριότητα την οποία είχαν ανάγκη να φέρουν εις πέρας. Πρόσφατα όμως τείνει να επικρατήσει το σκεπτικό στην παγκόσμια κοινότητα ότι κάτι το προσβάσιμο σε ένα άτομο με αναπηρία καταλήγει να αποκτά μεγαλύτερη χρηστική αξία για όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών γνωρισμάτων (Slatin, Rush, 2002). Πλέον καταλύονται οι διαχωριστικές γραμμές προς όφελος όλων. Με το πέρασμα του χρόνου αυτή η συνείδηση γίνεται κοινός τόπος σκέψης και δράσης σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, είτε πρόκειται για κρατικούς, είτε για ιδιωτικούς. Η ανάγκη για προσβασιμότητα αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της επιχειρησιακής ηθικής και της κοινωνικής υπευθυνότητας. Εκτός από τα πρακτικά και οικονομικά οφέλη που αποφέρει στους φορείς, καθώς περισσότερα πρόσωπα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα, το να ακολουθούνται κάποιες κοινές ηθικές αρχές αποφέρει από μόνο του ανταμοιβή στους φορείς αυξάνοντας το κύρος του κοινωνικού και οργανωτικού τους προφίλ (Mitchell, 2003). Έτσι πλέον δεν δημιουργούνται σχεδιαστικά πρότυπα δύο μέτρων και δύο σταθμών. Πάνω σε αυτή τη νοοτροπία στηρίζονται πολλά πρότυπα, είτε αφορούν τα οικοδομήματα, είτε τα προϊόντα, είτε το λογισμικό και το διαδίκτυο που μας αφορά εν προκειμένω. Ένα προσβάσιμο και χρηστικό διαδίκτυο αφορά όλους τους ανθρώπους. Από τον απλό πολίτη που θα ήθελε να ενημερωθεί ειδησεογραφικά μέχρι τον απαιτητικό πελάτη, o οποίος δικαιούται να μειώσει το κόστος αγοράς ενός προϊόντος αγοράζοντάς το απευθείας από τον κατασκευαστή, μέσα από ένα πολυδύναμο ψηφιακό χώρο εργασίας (Daft, 2004). Πολιτισμός, διακίνηση γνώσεων, πληροφορίας και αγαθών για όλους εκείνους που επιθυμούν την ενεργό συμμετοχή τους στην κοινωνία της πληροφορίας.

Λογισμικό και Διαδίκτυο
Η αρχή της προσβασιμότητας και της ευχρηστίας

Κάνοντας μια σύντομη αναφορά στη νομική πτυχή του θέματος, ήδη από το 1998 το αμερικανικό Κογκρέσο βελτίωσε τη λεγόμενη «Πράξη Αναδιαμόρφωσης» απαιτώντας ρητώς από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να τροποποιήσουν τις ηλεκτρονικές και διαδικτυακές τους υπηρεσίες προκειμένου να είναι προσβάσιμες από πρόσωπα με αναπηρίες. Η μη προσβάσιμη μορφή της τεχνολογίας, σύμφωνα με το σκεπτικό της Πράξης, αντίκειται στο θεμελιώδες δικαίωμα οποιουδήποτε να έχει πρόσβαση στην πληροφορία που επιθυμεί εύκολα και γρήγορα (Section 508, 1998). Η νομική αυτή πρωτοπορία έδωσε το έναυσμα για περισσότερη έρευνα στον τομέα αυτόν από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Η περίπτωση της προσβασιμότητας του λογισμικού και του διαδικτύου είναι ιδιάζουσα καθώς απαιτεί από τον χρήστη της τεχνολογίας ελάχιστες αισθητηριακές ικανότητες: Ένα ικανοποιητικό επίπεδο οράσεως και αντιλήψεως, και μια στοιχειώδη ικανότητα κινήσεως κάποιου άκρου του. Όταν ο χρήστης δεν διαθέτει τη δεύτερη ικανότητα, υπάρχουν τα κατάλληλα εργαλεία που θα μπορούσαν να τον διευκολύνουν στην αλληλεπίδρασή του με τον υπολογιστή. Επομένως, οι περισσότερες μελέτες που αφορούν το λογισμικό επικεντρώνονται στη λειτουργικότητα που απορρέει από το οπτικό περιβάλλον εργασίας του, αλλά και τις εναλλακτικές λύσεις κατά την περίπτωση στην οποία ο χρήστης έχει απωλέσει το σύνολο της όρασής του. Οι βασικές σχεδιαστικές αρχές στις οποίες πρέπει να στηρίζεται ο παραγωγός λογισμικού ώστε να επιτύχει το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό προσβασιμότητας και χρηστικότητας μπορούν να συνοψιστούν σε δύο κύριους άξονες (Schaffer, 2004):

α) Την θεώρηση του χρήστη του προγράμματος ή της ιστοσελίδας ως επίκεντρο του σχεδιασμού και

β) Την προώθηση της απλότητας και της αισθητικής καθαρότητας ως άρχουσας σχεδιαστικής νοοτροπίας

Ο βαθμός προσβασιμότητας και χρηστικότητας του λογισμικού μπορεί να μετρηθεί και να αξιολογηθεί με βάση συγκεκριμένες παραμέτρους. Καταρχάς την ταχύτητα με την οποία ο χρήστης αξιοποιεί το περιβάλλον εργασίας που του παρέχει η εφαρμογή λογισμικού. Το χρονοβόρο, είτε αφορά το χρόνο εκτέλεσης της εργασίας από την πλευρά της μηχανής, είτε το χρόνο ανταπόκρισης του χρήστη, ποτέ δεν υπήρξε σύμμαχος της ομαλής λειτουργίας ενός συστήματος. Έπειτα, την ακρίβεια διεκπεραίωσης μιας συγκεκριμένης εργασίας. Στο συγκεκριμένο σημείο πρέπει να αναρωτηθούμε αν χρήστης και μηχανή χρησιμοποιούν στο διαδραστικό περιβάλλον επικοινωνίας τους λεκτικούς εκείνους κώδικες που θα τους επιτρέψουν να παράγουν το ακριβέστερο δυνατό αποτέλεσμα. Επιπλέον, σημαντικό στοιχείο αξιολόγησης της προσβασιμότητας αποτελούν και οι απαιτήσεις που θέτει η μηχανή από τον χρήστη προκειμένου να φέρει εις πέρας την εργασία της. Αυτές οι απαιτήσεις μπορεί να είναι πολυδιάστατες και να αφορούν τα πνευματικά, φυσικά ή ακόμα και υλικά εφόδια που έχει στη διάθεσή του ο εκάστοτε χρήστης. Για να γίνει πιο κατανοητό, αρκετές φορές συναντά κάποιος διαδικτυακούς τόπους που απαιτούν από τον επισκέπτη να έχει για παράδειγμα την τάδε έκδοση του τάδε επιπρόσθετου λογισμικού ή το τάδε μέγεθος απεικόνισης πληροφοριών (ανάλυσης) στην οθόνη του προκειμένου να λειτουργήσουν ομαλά, τη στιγμή που κάτι τέτοιο αν είχε σχεδιαστεί διαφορετικά, δεν θα ήταν απαραίτητο. Άλλοι πάλι, χωρίς να διατυπώνουν ρητά κάποιες απαιτήσεις, εκ των πραγμάτων έχουν σχεδιαστεί ώστε να απαιτούν είτε χρήστες με αυξημένες πνευματικές επιδόσεις (στην περίπτωση που πρέπει να «ανακαλύψουν» που βρίσκεται το μενού πλοήγησης), είτε αυξημένες ικανότητες οράσεως (στην περίπτωση που η πληροφορία ανακαλύπτεται δυσδιάκριτα μέσα από ένα έντονο ή παραπλήσιου χρωματισμού με το κείμενο φόντο).

Πολλά ακόμα τεχνικά στοιχεία παρόμοιας υφής (Duckett, 2005) μπορούν να καταστήσουν ένα λογισμικό ή μια ιστοσελίδα δυσπρόσιτη, όμοια με το παράδειγμα της μηχανής που παρατέθηκε στον πρόλογο. Γι αυτά τα τεχνικά προβλήματα σαφέστατα και υπάρχουν ενδεδειγμένες λύσεις που προσδίδουν στον χρήστη μια βελτιωμένη διαδραστική εμπειρία. Η πιο διαδεδομένη προσπάθεια παγίωσης κάποιων προϋποθέσεων στο σχεδιαστικό κομμάτι της δημιουργίας των ιστοσελίδων διαδικτύου είναι η λεγόμενη Διεθνής Συνεργασία W3C, η οποία καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες στην παγίωση κάποιων συγκεκριμένων προδιαγραφών προσβασιμότητας και χρηστικότητας (W3C.org, "Web Accessibility Initiative"). Οι τεχνικές με τις οποίες οι προδιαγραφές αυτές μπορούν να ικανοποιηθούν είναι αρκετές. Το κεντρικό ζητούμενο όμως ένα: Περισσότερη ευχρηστία και ευκολότερη πρόσβαση για περισσότερους ανθρώπους. Η εποχή όπου η εφαρμογή είχε σαν επίκεντρο του ενδιαφέροντος τον εαυτό της και όχι το πρόσωπο που θα τη χειριζόταν φαίνεται να έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Παραβολικά θα λέγαμε ότι σε μία κινηματογραφική ταινία αυτό που έχει εξέχουσα σημασία δεν είναι τόσο οι ηθοποιοί, η σκηνοθεσία ή ακόμα και το σενάριο καθαυτά, αλλά το αν θα καταφέρει αυτή η ταινία να αλληλεπιδράσει επιτυχώς με τον κάθε θεατή ξεχωριστά. Σε αυτό διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο και το κτήριο του κινηματογράφου, ο κόσμος που ενδεχομένως πηγαινοέρχεται στο διάδρομο, αλλά και οι αναμνήσεις προηγουμένων ανάλογων εμπειριών (Slatin, Rush, 2002). Το ίδιο συμβαίνει και στο λογισμικό, όπου και η παραμικρή λεπτομέρεια διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Αυτή η λεπτομέρεια μπορεί και να μη σχετίζεται με το λογισμικό καθαυτό, αλλά με το υλικό με το οποίο συνεργάζεται και τις συνθήκες του περιβάλλοντος που περικλείουν τον χρήστη. Κατά τα φαινόμενα, οι παραγωγοί λογισμικού έχουν να μελετήσουν και να προνοήσουν αρκετά πράγματα προκειμένου να κατακτήσουν υψηλή προσβασιμότητα και χρηστικότητα.

Αρκετές ιδιωτικές επιχειρήσεις παραγωγής και διάθεσης εμπορικού λογισμικού προσπαθούν, εδώ και αρκετά χρόνια, να επιδείξουν προνοητικότητα και μέριμνα σχετικά με τον τομέα της προσβασιμότητας δημοσιοποιώντας ακόμα και τις αρχές που έχουν ακολουθήσει για το σκοπό αυτό (Microsoft, 1995). Είναι γεγονός που ομολογείται από όλες τις πλευρές ότι οι μελέτες και η υλοποίηση ενός μοντέλου λογισμικού αυξημένης προσβασιμότητας είναι δαπανηρό σε χρόνο και χρήμα. Αυτό έχει οδηγήσει αρκετά προϊόντα ελεύθερου λογισμικού να κάνουν μια έκπτωση στο θέμα της προσβασιμότητας και χρηστικότητας (Raymond, 2004). Παρ’όλες τις δυσκολίες αυτές όμως καταβάλλονται έντονες προσπάθειες προς τη βελτίωση των προδιαγραφών προσβασιμότητας και χρηστικότητας που αφορούν το λογισμικό ανοιχτού κώδικα (openusability.org).

Η τέχνη για την τέχνη;

Η φράση «σχεδιάζοντας με επίκεντρο τον επισκέπτη» ή «σχεδιάζοντας απλά και καθαρά» αν δεν κατανοηθεί στην ακριβή της έκταση καταλήγει να θεωρείται ως ένα γενικόλογο φληνάφημα. Η ιστορία της τέχνης έχει να επιδείξει και να μας διδάξει κάτι πολύ χρήσιμο. Στην Ευρώπη κατά τον 17ο αιώνα ακμάζει το Μπαρόκ, η αντίληψη μιας ποικιλόμορφης τέχνης που διαδέχεται την Αναγέννηση (Murray, 1963). Σε αρκετά έργα της περιόδου αυτής παρατηρούμε για παράδειγμα την προσπάθεια των ζωγράφων να εντυπωσιάσουν τον θεατή με όπλα τους την πολυπλοκότητα των σχηματισμών, την ποικιλία των μορφών και τον μηδενικό κενό χώρο ανάμεσα στα στοιχεία που απεικονίζουν (Bazin, 1964). Η επιβλητικότητα και ο εντυπωσιασμός ήταν επιταγές των θρησκευτικών ηγετών της Ρώμης εκείνης της εποχής με το κεντρικό σκεπτικό ότι έπρεπε οι πιστοί να αισθάνονται δέος απέναντι σε αυτά τα έργα, πράγμα που θα σήμαινε και μια στιγμιαία ένωση με κάτι το υπερφυσικό, με κάτι το θείο. Αυτή η νοοτροπία, μολονότι είναι επιτρεπτή στα όρια της τέχνης και μάλιστα άξια θαυμασμού, έμελλε να επηρεάσει αρκετούς επαγγελματίες των γραφικών τεχνών, των οποίων η εργασία δεν ήταν να παράγουν ένα έργο τέχνης, αλλά να δομήσουν και να ιεραρχήσουν σωστά ένα μήνυμα προς κάποιον αποδέκτη με ένα χρήσιμο και προσβάσιμο αισθητικό τρόπο. Έτσι αρκετοί, ακόμα και σήμερα, προσπαθούν να περάσουν την πληροφορία στον αποδέκτη πίσω από μία έντονη πολύχρωμη αισθητική, μέσω της οποίας εικάζουν ότι θα παράγουν εντυπωσιασμό. Το ανάλογο συμβαίνει όχι μόνο με ορισμένους επαγγελματίες των γραφικών τεχνών αλλά και με εκπροσώπους των καθαυτό τεχνικών κλάδων, όπως ορισμένοι προγραμματιστές, οι οποίοι, μέσα από φαινομενικές καινοτομίες άσκοπης χρήσης νέων τεχνολογιών, πιστεύουν είτε ότι θα καθηλώσουν το χρήστη μιας εφαρμογής, είτε ότι θα αναγνωριστεί περεταίρω το κύρος της επιστημονικής τους επάρκειας. Η αλήθεια πίσω από όλα αυτά είναι ότι ο απλός αποδέκτης του μηνύματος ή ο χρήστης ενός προγράμματος βρίσκεται σε σύγχυση απέναντι σε καταστάσεις οι οποίες, ενώ είχαν σκοπό να του λύσουν προβλήματα, του δημιουργούν περισσότερα από ό,τι αρχικώς είχε. Λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα ότι ο χρήστης μπορεί να είναι πρόσωπο με αναπηρίες γίνεται κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος καθώς απομακρυνόμαστε κατά πολύ από τις αρχές των κοινώς προσβάσιμων σχεδιαστικών προτύπων.

Εδώ εισέρχεται και ο ρόλος των φορέων, είτε πρόκειται για κράτος, είτε για ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίοι στην ουσία κινούν τα νήματα και δίνουν τις καθοριστικές εντολές και κατευθύνσεις για την παραγωγική διαδικασία. Ειδικά στον ιδιωτικό χώρο παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις παρεμβατισμός των εργοδοτών προς τους τεχνικούς υπευθύνους με σκοπό τη μετάλλαξη μιας εύχρηστης εφαρμογής σε μία υποκειμενικώς «εντυπωσιακή» εφαρμογή. Εδώ πρόκειται για περιπτώσεις κατά τις οποίες αγνοούνται πλήρως στοιχειώδεις αρχές προσβασιμότητας και χρηστικότητας, καθώς και τα οφέλη που μπορούν αυτές να προσκομίσουν τόσο στους φορείς, όσο και στους αποδέκτες. Το ότι φαίνεται κάτι ως εντυπωσιακό, δηλαδή ως μελλοντική εμπορική επιτυχία, δεν σημαίνει ταυτόχρονα ούτε ότι θα εντυπωσιάσει εκείνους που θα το χρησιμοποιήσουν, ούτε ότι θα αποτελέσει όντως εμπορική επιτυχία. Πολλές φορές στα πλαίσια της οργανωτικής ψυχολογίας διδασκόμαστε ότι κάτι που παρουσιάζεται αρχικώς ως αυτονόητο ή έκδηλο ταυτόχρονα κρύβει πολλά σκοτεινά και ακανθώδη σημεία (Patriotta, 2003). Το έκδηλο είναι ότι μία ιστοσελίδα ηλεκτρονικού καταστήματος με πολλά έντονα κινούμενα γραφικά μπορεί να εντυπωσιάζει τον ιδιοκτήτη (εργοδότη του έργου) της συγκεκριμένης ιδιωτικής επιχείρησης, αλλά το ακανθώδες σημείο είναι ότι ο επισκέπτης της ιστοσελίδας δεν θα μπορεί να προμηθευτεί το προϊόν που χρειάζεται. Ο μέσος επισκέπτης, καθώς και το πρόσωπο που αντιμετωπίζει δυσκολίες οράσεως, δεν θα έχει εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες που επιθυμεί καθώς το εικαστικώς έντονο περιβάλλον εργασίας θα του αποσπά την προσοχή στο κάθε του βήμα και θα καθιστά δυσδιάκριτες τις ουσιαστικές πληροφορίες (Badre, 2002). Το ανάλογο θα ίσχυε και σε μια ψηφιοποιημένη βιβλιοθήκη, η οποία θα αναπτυσσόταν με κύριο στόχο την διευκόλυνση του αναγνωστικού κοινού να αποκτά εύκολη πρόσβαση στη γνώση (Theng, Foo, 2005). Διαφορετικά δεν θα είχε λόγο ύπαρξης, από τη στιγμή που μια συμβατική βιβλιοθήκη υπάρχει ήδη και προσφέρει τις υπηρεσίες της.

Η υπέρβαση της μπαρόκ νοοτροπίας (όπως αυτή ορίστηκε προηγουμένως) επιβάλλεται και για έναν επιπρόσθετο λόγο στη σύγχρονη παγκόσμια διαδικτυακή κοινωνία. Εδώ ομιλούμε πλέον περί διαπολιτισμικής προσέγγισης. Κάτι το σχεδιαστικά «εντυπωσιακό» που επισκιάζει το περιεχόμενο ή τη λειτουργία ενός λογισμικού, δημιουργεί ποικίλες ψυχολογικές και συναισθηματικές αντιδράσεις από άνθρωπο σε άνθρωπο, πόσο μάλλον από πολιτισμό σε πολιτισμό (Horton, 2005). Τα γραφικά και το γενικότερο περιβάλλον εργασίας αποτελεί όντως ένα διαπολιτισμικό στοιχείο που πρέπει να αξιοποιηθεί. Το ζητούμενο όμως είναι ο τρόπος αξιοποίησής του. Πώς κάποιος επαγγελματίας σχεδιαστής γραφικού περιβάλλοντος εργασίας θα είναι βέβαιος ότι θα επιτύχει υψηλά ποσοστά χρηστικότητας; Ποια είναι εκείνα τα συγκεκριμένα στοιχεία που πρέπει να έχει μία ιστοσελίδα ή ένα λογισμικό για εξαπλωθεί η χρήση του επιτυχώς και εύκολα στο μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό ανθρώπων; Πώς υλοποιείται ένα Προνοητικό Σχεδιαστικό Πρότυπο;

Προνοητικά σχεδιαστικά πρότυπα. Τομέας υλοποίησης γραφικού περιβάλλοντος.

Εδώ και αρκετά χρόνια μέσα από την παγκόσμια βιβλιογραφία παρατηρεί κανείς ότι έχουν γίνει προσπάθειες μαθηματικοποίησης του τρόπου υπολογισμού της χρηστικότητας μιας ιστοσελίδας. Αρκετοί μάλιστα προχώρησαν και στη διατύπωση αλγεβρικών εξισώσεων βάσει των οποίων μπορούμε να αξιολογήσουμε χρηστικά μια ιστοσελίδα ή ένα περιβάλλον λογισμικού εν γένει (Ambühler, Lindenmeyer, 1999). Βάσει τέτοιων συστημάτων υπολογισμού έχουν αναπτυχθεί και πάρα πολλές εφαρμογές αξιολόγησης, οι οποίες βαθμολογούν με απόλυτα νούμερα ή πρόσημα κάποια ιστοσελίδα. Πολύ χρήσιμο θα ήταν κάτι τέτοιο να είναι απτό και μετρήσιμο, παρολαυτά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα θέμα κυρίως ψυχολογικό με πολλές παραμέτρους και αναρίθμητους αστάθμητους παράγοντες.

Ο καθηγητής ψυχολογίας σε τομείς που σχετίζονται με τα υπολογιστικά συστήματα Albert Badre ορίζει (Badre, 2002) τον ακριβή τρόπο με τον οποίο η τέχνη πρέπει να χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα αλληλεπίδρασης ανθρώπου και μηχανής, εν προκειμένω σε διαδικτυακούς τόπους:

  • Η τέχνη δεν πρέπει να παρεμβαίνει στο σκοπό και τη λειτουργικότητα του περιβάλλοντος εργασίας.
  • Η τέχνη δεν πρέπει να παράγει οπτικό θόρυβο.
  • Η τέχνη δεν πρέπει να προκαλεί αμφισημίες.
  • Η τέχνη πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διαδικτυακές εμπειρίες του χρήστη.

Η πρώτη παρατήρηση περιλαμβάνει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το εικαστικό περιβάλλον δυσκολεύει τον χρήστη. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι όταν το φόντο εμπλέκεται με το κείμενο ή το μενού πλοήγησης. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί τα γράμματα και το φόντο ομοιάζουν στο χρώμα και την απόχρωση, είτε γιατί χρησιμοποιούμε στο φόντο έντονους σχηματισμούς ή εικόνες. Σχετικά με αυτό αρκετοί συγγραφείς τεχνικών εγχειριδίων προγραμμάτων γραφιστικής αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν κάποιος να θεωρεί ότι είναι σωστό να γράφει κείμενο πάνω σε χαρτί περιτυλίγματος δώρων (Rose, 2005). Οι υπόλοιπες περιπτώσεις κινούμενων γραφικών που ήδη αναφέραμε ανήκουν στον ίδιο τομέα «παραβατικότητας» των κανόνων χρηστικότητας και προσβασιμότητας. Η δεύτερη παρατήρηση είναι παραπλήσια. Μια περιοχή πληροφοριών είναι χρηστικά απαράδεκτο να περιέχει πολλές πολύχρωμες εικόνες, γραφικά και πολυχρωμία. Όλα αυτά κάλλιστα θεωρούνται ως «οπτικός θόρυβος» που αποσπούν τον χρήστη της ιστοσελίδας ή του λογισμικού και τον αποθαρρύνουν απομακρύνοντάς τον από την πληροφορία που θέλει να αποκομίσει ή την εργασία που θα ήθελε να διεξάγει γρήγορα και εύκολα.

Οι επόμενες δύο παρατηρήσεις είναι εξίσου σημαντικές. Κάποιος για παράδειγμα επιθυμεί να τονίσει στην ιστοσελίδα του ότι οι συναλλαγές του επισκέπτη με αυτή είναι απολύτως ασφαλείς και ότι τα προσωπικά του δεδομένα δεν πρόκειται να διαρρεύσουν σε τρίτους. Γι αυτό το λόγο ανάμεσα στο κείμενο που παραθέτει χρησιμοποιεί ένα μικρό γραφικό που απεικονίζει έναν αστυνομικό (Horton, 2005). Το γραφικό αυτό δύναται σε αρκετούς να προκαλέσει δυσφορία ανακαλώντας στη μνήμη τους πρότυπα ολοκληρωτισμού. Αυτό θα γίνει πιο εύκολα όταν πρόκειται για πρόσωπο με δυσκολίες οράσεως, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα δώσει σημασία μόνο στην εικόνα και όχι στο κείμενο που την περικλείει. Ένα γραφικό που εισβάλλει στο περιβάλλον εργασίας του χρήστη με σκοπό την αισθητική βελτίωση, στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται ως κύριος παράγοντας διαστρέβλωσης νοήματος και παραπλάνησης. Το ανάλογο συμβαίνει και στην τέταρτη και τελευταία παρατήρηση του Badre. Φυσικά και ο καλλιτέχνης επιθυμεί εξ επαγγελματικής φύσεως να πρωτοπορεί, έχοντας την τάση να δημιουργεί στον ψυχισμό του αποδέκτη πρωτόγνωρες εμπειρίες, αλλά αυτό πρέπει να συμβαίνει όταν ομιλούμε περί έργου τέχνης και όχι περί ιστοσελίδας ή λογισμικού. Εδώ πλέον ο σχεδιαστής επιδιώκει να αλληλεπιδράσει με τον χρήστη σε επίπεδο παροχής πληροφοριών και όχι να τον υποχρεώσει σε οποιεσδήποτε εκδηλώσεις «θαυμασμού» του καλλιτεχνικού του έργου. Γι αυτό το σκοπό ο σχεδιαστής αφενός διατηρεί τον δύσκολο ρόλο της εικαστικής αρτιότητας, αφετέρου όμως οφείλει να χρησιμοποιεί κατά την υλοποίηση του έργου του κώδικες και σύμβολα επικοινωνίας τα οποία ανταποκρίνονται στον εμπειρικό κόσμο της ευρύτερης κοινωνίας. Ο μέσος χρήστης ενός ενημερωτικού διαδικτυακού τόπου για παράδειγμα έχει a priori την προσδοκία μιας λογικής και ευδιάκριτης δόμησης περιεχομένου, μιας σωστής ιεράρχησης των θεματικών κατηγοριών, ενός φιλικού και διακριτικού γραφιστικού περιβάλλοντος που θα τον διευκολύνει στη διαδραστική του εμπειρία. Δεν είναι απαγορευτικό βεβαίως να επιδιωχθεί και η αισθητική απόλαυση, αλλά μην ξεχνούμε ότι η αισθητική απόλαυση επέρχεται όταν το αντικείμενο της αισθητικής θεωρήσεως ανταποκρίνεται προς τις αξιώσεις της συνειδησιακής αναμονής (Μουτσόπουλος, 1996). Η αισθητική απόλαυση σε διαδικτυακούς τόπους που διαχειρίζονται σεβαστό ποσό πληροφοριακού υλικού είναι κάτι που έπεται, ή τουλάχιστον, κάτι που δεν πρέπει να υποσκελίζει την ουσία, το περιεχόμενο. Το νόημα πρέπει να υπερβαίνει τη μορφή (Μπανάκου-Καραγκούνη, 1999) και να αλληλεπιδρά με τον εμπειρικό κόσμο του αποδέκτη του μηνύματος τόσο αποτελεσματικά, όσο και με τις προσδοκίες που είχε διαμορφώσει πριν την επίσκεψή του στον δικτυακό τόπο.

Στατιστικές έρευνες (Lazar, Dudley-Sponaugle, Greenidge, 2003) έχουν δείξει ότι ενώ οι περισσότεροι υπεύθυνοι για την παραγωγή και συντήρηση ενός διαδικτυακού τόπου προσπαθούν να επιτύχουν υψηλή προσβασιμότητα αναζητώντας την κατάλληλη μεθοδολογία και τα κατάλληλα εργαλεία, ωστόσο πάντοτε υπάρχουν μερικοί που περιφρονούν εντελώς την προσβασιμότητα είτε θεωρώντας τη περιττή, είτε αντιμετωπίζοντάς την ως εισβολή στην σχεδιαστική τους δεινότητα. Αυτό μας προκαλεί προβληματισμό γιατί όσο και αν η πολιτική των κρατών προχωρήσει προς την ισχυρή απαίτηση μιας προσβάσιμης τεχνολογίας, όσα βοηθητικά εργαλεία και αν φτιαχτούν προς αυτή την κατεύθυνση, πάντα θα υπάρχουν αντιδράσεις που θα εναντιώνονται προς αυτό.

Επισκέπτες και Χρήστες δεύτερης κατηγορίας
Η αναδυόμενη ορολογία του «Αναπηρισμού»

Σε μια προσπάθεια επίδειξης ευαισθησίας απέναντι στα προβλήματα πρόσβασης που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρίες αρκετοί προέβησαν και ακόμη προβαίνουν στο σχεδιασμό ειδικής έκδοσης λογισμικού ή ιστοσελίδας που απευθύνεται για παράδειγμα σε όσους έχουν προβλήματα οράσεως. Το ανάλογο συμβαίνει για παράδειγμα και στην συντριπτική πλειοψηφία των δημοσίων κτηρίων ή εμπορικών καταστημάτων. Καταρχάς στο συγκεκριμένο σημείο πρέπει να αναρωτηθούμε αν κάτι τέτοιο είναι πραγματικά απαραίτητο. Η επιστημονική αλλά και η καθημερινή πρακτική έχει αποδείξει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα όλοι γινόμαστε μάρτυρες της ανάπτυξης των νέων εμπορικών κέντρων όπου τα σκαλοπάτια καταργούνται και τη θέση τους παίρνουν διάδρομοι, συμβατικοί και κυλιόμενοι, για τη μετάβαση από έναν όροφο σε έναν άλλο, ή ακόμα και στην κεντρική είσοδο του κτηρίου. Αυτό δεν έχει σχεδιαστεί αποκλειστικά για τα άτομα με κινητικές δυσκολίες, αλλά για να προάγει την ευκολία της μετακίνησης σε όλους τους ανθρώπους. Εδώ αρχίζουμε πλέον και αντιμετωπίζουμε με τη δέουσα σοβαρότητα την υλοποίηση της θεωρίας για κοινά και προνοητικά σχεδιαστικά πρότυπα. Τώρα πλέον αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι τελικώς τα σκαλοπάτια στην ουσία μας ήταν άχρηστα! Το ανάλογο συμβαίνει και στο λογισμικό και το διαδίκτυο. Δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος για τον οποίο πρέπει να αναπτυχθεί ειδική έκδοση περιβάλλοντος εργασίας που θα αφορά για παράδειγμα τα άτομα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες οράσεως. Το περιβάλλον εργασίας, όπως είδαμε προηγουμένως, μπορεί κάλλιστα, όταν ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες προδιαγραφές και στη δέουσα νοοτροπία, να είναι κοινό και προσβάσιμο για όλα τα πρόσωπα μιας κοινωνίας. Όλα αυτά είναι απαραίτητα για να καταργηθούν πλέον οι διαχωριστικές γραμμές που οριοθετούν από τη μία πλευρά την «ομάδα των αρτιμελών» και από την άλλη «την ομάδα των αναπήρων». Αυτοί οι διαχωρισμοί είναι η βασική πηγή ενός ανελέητου κοινωνικού ρατσισμού. Μόλις πρόσφατα μάλιστα στην παγκόσμια επιστημονική ορολογία έχει εισέλθει ο όρος «Αναπηρισμός» (“Disablism”) ως η «διαχωριστική, καταχρηστική, καταπιεστική συμπεριφορά που αναδύεται από την πεποίθηση ότι τα πρόσωπα με αναπηρίες είναι κατώτερα από τους άλλους» (Gillinson, Miller, Parker, 2004). Τα πρόσωπα με αναπηρίες λοιπόν δεν είναι κατώτερα από τους άλλους και γι αυτό ακριβώς το λόγο δεν πρέπει να τυγχάνουν διαχωριστικών αντιμετωπίσεων.

Για να γίνει πιο κατανοητή η ψυχολογική επίπτωση που έχει σε ένα πρόσωπο με αναπηρίες η αντιμετώπισή του ως πολίτη δύο ταχυτήτων, θα αναφέρουμε σχηματικά ότι η ουσιαστική επιλογή αυτών των ανθρώπων έγκειται στις περιπτώσεις όπου δεν έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε τίποτα (Wareing, Newell 2002). Η επιλογή έχει ταυτιστεί με την έννοια της κοινωνικής ελευθερίας, ισότητας και δικαιοσύνης. Πραγματική ελευθερία λοιπόν δεν είναι να φτιάξουμε δίπλα από τις σκάλες έναν κυλιόμενο διάδρομο ώστε να δημιουργήσουμε μια επιπλέον επιλογή για τα πρόσωπα με αναπηρίες. Ελευθερία, ισότητα και δικαιοσύνη είναι να φτιάξουμε έναν προσβάσιμο και χρήσιμο για όλους τρόπο μετακίνησης. Να αντικαταστήσουμε δηλαδή την «διπλή έκδοση» με έναν κοινό, προσβάσιμο σε όλους σχεδιασμό. Η λύση και η πρόταση στους σχεδιαστές λογισμικού και ιστοσελίδων λοιπόν δεν είναι να αναπτύξουν μια έκδοση αρτιμελών και μια έκδοση αναπήρων. Το αντίθετο. Πρέπει να ακολουθήσουν τους κανόνες του ανθρωποκεντρικού σχεδιασμού και της εικαστικής καθαρότητας και απλότητας ώστε το ίδιο πράγμα να είναι επιτυχώς προσβάσιμο για όλους. Πώς είναι δυνατόν να ισχυριζόμαστε ότι η αναπηρία δεν πρέπει να στέκεται ως πηγή διακρίσεων τη στιγμή κατά την οποία εμπράκτως διαχωρίζουμε οι ίδιοι στην καθημερινότητά μας έναν κόσμο αρτιμελών και έναν κόσμο αναπήρων; Οι κόσμοι αυτοί μπορεί να είναι παράλληλοι και κοντά μεταξύ τους. Ο γεωμετρικός ορισμός της παραλληλίας ωστόσο είναι ότι όσο και αν αυτοί κόσμοι εξελιχθούν, όσο και αν φαινομενικώς προοδεύσουν, ποτέ δεν θα βρεθεί σημείο τομής μεταξύ τους.

Η βασική αιτία του φαινομένου του Αναπηρισμού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Δεν είναι δυνατόν να αναζητούνται μονομερώς οι υπεύθυνοι να τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας δύο ταχυτήτων. Στην περίπτωση του διαδικτύου οι υπεύθυνοι θα μπορούσαν να συνοψιστούν (Paciello, 2000): Στους τεχνικούς υπεύθυνους και τους μηχανικούς πληροφορικής οι οποίοι απέτυχαν να αναγνωρίσουν την ανάγκη της προσβασιμότητας στα αρχικά στάδια ανάπτυξης του διαδικτύου. Στους σχεδιαστές των περιβαλλόντων εργασίας και τους υπευθύνους περιεχομένου, οι οποίοι δεν αφιέρωσαν τον απαραίτητο χρόνο ώστε να εξοικειωθούν με τα πρότυπα και της προϋποθέσεις της προσβασιμότητας. Στους οργανισμούς οι οποίοι δεν ενθάρρυναν ούτε εφάρμοσαν τις αρχές χρηστικότητας. Στους δημόσιους φορείς που είναι υπεύθυνοι για θέματα αναπηρίας και προσβασιμότητας οι οποίοι δεν διατηρούν καλές σχέσεις με τις αναδυόμενες μορφές τεχνολογίας. Στον τομέα παραγωγής λογισμικού και προϊόντων τεχνολογίας (βιομηχανία, ιδιώτες, επαγγελματίες του είδους) που επικεντρώνονται στην άμεση και εύκολη κερδοφορία. Όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης. Το κεντρικό σκεπτικό που θα ωθήσει σε μια προσβάσιμη μορφή κοινωνίας της πληροφορίας είναι ότι αφού χάσαμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε έναν προσβάσιμο φυσικό κόσμο, ας μην χάσουμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε έναν προσβάσιμο και χρηστικό ηλεκτρονικό κόσμο για όλους, όσο ο χρόνος και οι περιστάσεις μας το επιτρέπουν.

Συμβατότητα και Προσβασιμότητα
Σχέση αγάπης και μίσους

Πολλοί κατά καιρούς αναγνωρίζουν ότι η έννοια της Προσβασιμότητας δεν είναι τόσο θέμα τεχνολογίας, όσο θέμα πολιτισμού και παιδείας (Cook, 2005). Το ζητούμενο είναι κατά πόσο είμαστε σε θέση και κατά πόσο επιθυμούμε αυτό να το αναγνωρίσουμε. Οι έννοιες της συμβατότητας και της προσβασιμότητας είναι τόσο κοντά και ταυτόχρονα σε αρκετές περιπτώσεις αποδεικνύεται ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσά τους. Κάθε λογισμικό, κάθε διαδικτυακός τόπος, συνεργάζεται απαραίτητα και με άλλες μορφές λογισμικού τις οποίες διαθέτει ο χρήστης εκ των πραγμάτων, καθώς στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελούν μέρος του πακέτου του λειτουργικού συστήματος ενός προσωπικού υπολογιστή. Για παράδειγμα ένας δικτυακός τόπος για να προσπελαστεί πρέπει να χρησιμοποιηθεί από τον χρήστη ένα λογισμικό «φυλλομετρητή». Με λίγα λόγια το λογισμικό του φυλλομετρητή πρέπει να συνεργαστεί επιτυχώς με την ιστοσελίδα προκειμένου ο χρήστης να εξασφαλίσει μια επιτυχή περιήγηση. Και αυτό πρέπει να συμβαίνει σε διαφόρους τύπους υπολογιστών (Penn State Glossary, 2005). Επομένως εκείνο που έχει σημασία στη συμβατότητα του λογισμικού είναι η επιτυχής συνεργασία των προγραμμάτων με σκοπό την καλύτερη δυνατή απόδοση της εργασίας του λογισμικού. Όπως γίνεται αντιληπτό, η προσβασιμότητα είναι κάτι πέρα από αυτό. Το ότι η ιστοσελίδα είναι συμβατή με τα υπόλοιπα προγράμματα ή και με το υλικό που χρησιμοποιεί ο επισκέπτης, δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι συμβατή και με τον ίδιο το χρήστη. Προχωρώντας, μπορούμε να διατυπώσουμε ότι εκεί που τελειώνει το έργο της η συμβατότητα, από το σημείο αυτό ξεκινούμε να ομιλούμε περί προσβασιμότητας.

Η συμβατότητα είναι κάτι το μαθηματικώς μετρήσιμο. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι με προβλήματα οράσεως, η ακόμα και εκείνοι που έχουν απωλέσει εντελώς την όρασή τους, χρησιμοποιούν κατά περίσταση έναν ειδικό τύπο λογισμικού που αναγιγνώσκει με συνθετική φωνή το περιεχόμενο μιας ιστοσελίδας. Το λογισμικό αυτό ονομάζεται “screen reader”, «αναγνώστης οθόνης». Αν μία ιστοσελίδα πληροί τους ανάλογους κανόνες συμβατότητας, το λογισμικό αυτό θα λειτουργήσει επαρκώς και το πρόσωπο με προβλήματα όρασης θα χρησιμοποιήσει την ακοή του για να πληροφορηθεί το περιεχόμενο της ιστοσελίδας. Εκεί σταματά το αντικείμενο της συμβατότητας του λογισμικού του επισκέπτη με τον δικτυακό τόπο που επισκέφθηκε. Το έργο της προσβασιμότητας επεκτείνεται στο να εξετάσει και το αν τελικώς ο επισκέπτης αντιλήφθηκε στο έπακρο και στο ακριβές σημείο εκείνο το μήνυμα που η ιστοσελίδα επεδίωκε να του περάσει. Εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι η προσβασιμότητα αφορά στο ουσιαστικότερο μέρος της θεωρητικές επιστήμες όπως η ψυχολογία (κατά κόρον η γνωστική ψυχολογία), η κοινωνιολογία (όταν για παράδειγμα έχουμε να κάνουμε με διαπολιτισμικές προσεγγίσεις ή με εκδηλώσεις ομάδων), αλλά και η φιλοσοφία στο ευρύτερο θεματικό της αντικείμενο με τον ηθικό και αισθητικό της κλάδο. Η συμπεριφορά και η ψυχολογία ενός ανθρώπου είναι κάτι το πολυδιάστατο, κάτι που βρίσκεται εκτός μαθηματικού προσδιορισμού. Στο συγκεκριμένο σημείο, σε πολλές εφαρμογές που μετρούν για παράδειγμα το κατά πόσο μία ιστοσελίδα είναι συμβατή με διάφορους φυλλομετρητές και υλικά υπολογιστή, είναι εσφαλμένο να αναγράφεται ότι πρόκειται περί εφαρμογών μέτρησης προσβασιμότητας, αλλά περί εφαρμογών μέτρησης συμβατότητας. Η προσβασιμότητα προϋποθέτει τη συμβατότητα, αλλά το αντίθετο δεν ισχύει. Μια εφαρμογή μπορεί σε απόλυτα μεγέθη και μετρήσεις να θεωρείται συμβατή αλλά ταυτόχρονα να είναι τόσο δυσνόητη, αμφίσημη και δυσπλοήγητη ώστε η διαδραστική εμπειρία του χρήστη να καταντά δυσμενέστατη. Γι αυτό το λόγο όσοι ενεργώς ασχολούνται με την ανάπτυξη και το σχεδιασμό ηλεκτρονικών περιβαλλόντων εργασίας πρέπει να εξοικειωθούν με βασικές γνωσιολογικές και ψυχολογικές θεωρίες. Όσο πολύπλοκο και αν φαίνεται ένα υπολογιστικό σύστημα ή ένα οποιοδήποτε τεχνολογικό προϊόν, είναι πιο εύκολο για κάποιον να εξετάσει και να κατανοήσει την πλευρά του περιβάλλοντος εργασίας που αφορά τη μηχανή, παρά εκείνη που αφορά τον πολύπλοκο και πολυδιάστατο άνθρωπο (Raskin, 2000). Ωστόσο, και εδώ έγκειται η μεγάλη δυσκολία, το ανθρώπινο ον είναι εκείνο που στέκεται, η τουλάχιστον που πρέπει να σταθεί, ως βάση της ανάπτυξης ενός περιβάλλοντος εργασίας.

Η προσβασιμότητα και η χρηστικότητα περαιτέρω εξαπλώνονται και σε άλλους τομείς, όπως εκείνον της ασφαλείας. Όταν κάποιος χρήστης για παράδειγμα επιθυμεί να εκτελέσει μια διαδικτυακή οικονομικού είδους συναλλαγή, πρέπει να διασφαλίζεται τόσο από τον καθαυτό μηχανισμό της ιστοσελίδας, όσο και από το πόσο η ιστοσελίδα τον κατευθύνει να κάνει τις σωστές κινήσεις εύκολα, γρήγορα και απλά, χωρίς να του αφήνει πολλά περιθώρια να υποπέσει σε κάποιο σφάλμα (Cranor, Garfinkel 2005). Ο σχεδιαστής εν προκειμένω έχει να διεκπεραιώσει το δύσκολο έργο της απλοποίησης της διαδικασίας της διαδικτυακής συναλλαγής, χωρίς έκπτωση από τις τεχνικές απαιτήσεις της εφαρμογής. Οι θεωρητικές γνώσεις που προαναφέραμε εν προκειμένω αποδεικνύονται άκρως χρήσιμες και χωρίς αυτές, πολλές φιλότιμες τεχνικές προσπάθειες μπορούν να καταλήξουν στο κενό. Η ασφάλεια ενός συστήματος είναι ένας βασικός λόγος εξαιτίας του οποίου ο τελικός χρήστης μπορεί να αναπτύξει μια σχέση εμπιστοσύνης με τη μηχανή που έχει απέναντί του και το λογισμικό που τη συνοδεύει.

Το μέλλον της Προσβασιμότητας

Η διασημότερη μηχανή αναζήτησης Google, παραχώρησε τη δυνατότητα στον οποιονδήποτε χρήστη της να προσωποποιεί το περιεχόμενο και τη δομή της κεντρικής της σελίδας με βάση τις δικές του προτιμήσεις (Google, 2005). Το ίδιο και ανάλογοι μεγάλοι διαδικτυακοί κόμβοι όπως η Yahoo.com. Ο χρήστης για παράδειγμα που ενδιαφέρεται περισσότερο για τις εξελίξεις στην παγκόσμια διπλωματία μπορεί να δημιουργήσει εύκολα ένα δικό του λογαριασμό στην ιστοσελίδα και να διαμορφώσει ο ίδιος την περιοχή εμφάνισης των καθημερινών παγκόσμιων πολιτικών νέων. Έτσι η ιεράρχηση της πληροφορίας γίνεται προσωπικό θέμα του καθενός. Και όλα αυτά σε ένα λιτό, μινιμαλιστικό και ξεκάθαρο εικαστικό περιβάλλον εργασίας. Εύκολα και γρήγορα ο επισκέπτης βλέπει αυτό που επιλέγει να δει, στην θέση που τον εξυπηρετεί να το δει. Εδώ πλέον ο επισκέπτης δεν γίνεται μόνο το επίκεντρο, αλλά και ο κύριος και καθοριστικός παράγοντας της διαδραστικής διαδικτυακής εμπειρίας. Η ιστοσελίδα μετατρέπεται σε όργανο εξυπηρέτησης των εξατομικευμένων αναγκών πληροφόρησης του επισκέπτη. Γιατί να εργαζόμαστε σε ένα μαζικό μοντέλο διάρθρωσης πληροφοριών τη στιγμή που το λογισμικό μπορεί να έλθει σε επικοινωνία με τον κάθε χρήστη χωριστά και να αναπτύξει μαζί του μια χρήσιμη και αποδοτική διαλεκτική σχέση; Από το 1976 έχει διατυπωθεί ευθαρσώς ότι η πληροφορική είναι η επιστήμη που στοχεύει να κάνει τον ηλεκτρονικό υπολογιστή έναν αποτελεσματικό υπηρέτη των κοινωνικών αναγκών (Newell A, Herbert A.S, 1976). Ο αποτελεσματικός αυτός υπηρέτης πρέπει πρώτα να αφουγκραστεί τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε εντολέα του. Σε αυτό συμβάλλει καθοριστικά η συγκεκριμένη νοοτροπία της παροχής δυνατότητας στον χρήστη να επιλέγει ο ίδιος τι, πότε και πού ακριβώς θέλει να εμφανίζεται στο διαδικτυακό περιβάλλον εργασίας του.

Το επόμενο ελπιδοφόρο μήνυμα σχετικά με την προσπάθεια που γίνεται προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης προσβασιμότητας και χρηστικότητας αφορά την εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης. Οι μηχανές που κατέχουν το ανάλογο λογισμικό πλέον πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο στον ανθρώπινο τρόπο σκέψης. Η Τεχνητή Νοημοσύνη, η προσπάθεια δηλαδή να προικίσουμε τις μηχανές με νόηση, με την πλήρη και κυριολεκτική σημασία (Haugeland, 1989), έχει συμβάλλει τα μέγιστα στο να επικοινωνήσουμε αποτελεσματικότερα με τις μέχρι πρότινος οντολογικά απομακρυσμένες και «ψυχρές» υπολογιστικές μηχανές. Έμπειρα συστήματα και προηγμένη ρομποτική τεχνολογία αλλάζουν ριζικά τα δεδομένα της παραδεδομένης πληροφορικής. Σταδιακά και δειλά αρχίζουμε πλέον να κάνουμε λόγο και περί Συναισθηματικής Νοημοσύνης στις μηχανές. Το γνωστό πείραμα του Alan Turing (Turing, 1950) και η υπόθεσή του ότι σε μερικές δεκαετίες οι μηχανές θα έχουν τη δυνατότητα να ομοιάζουν πολύ στη συμπεριφορά τους με ένα ανθρώπινο ον, γίνεται σταδιακά πράξη. Τα συναισθήματα δείχνουν ότι αποτελούν καταλύτη τόσο στην επιτυχή αμφίδρομη επικοινωνία, όσο και στις επαγγελματικές και άλλες δραστηριότητες. Μία ιστοσελίδα για παράδειγμα, με τη συνδρομή του κατάλληλου λογισμικού, θα μπορούσε να «καταλάβει» αν ένας επισκέπτης βρίσκεται σε σύγχυση ή εκνευρισμό κατά την πλοήγησή του, αφού για παράδειγμα θα επιδιδόταν σε πολλά άσκοπα και διαδοχικά κλικς. Αυτή η κατανόηση εκ μέρους της μηχανής θα μπορούσε να οδηγήσει στις ανάλογες εκδηλώσεις για να βελτιώσει την αλληλεπίδρασή της με τον επισκέπτη. Τα ραγδαίως αναπτυσσόμενα έμπειρα συστήματα (Βλαχαβάς, Κεφαλάς, Βασιλειάδης, Ρεφανίδης, Κόκκορας, Σακελλαρίου, 2002).  εισέρχονται σε μια διαδικασία μάθησης και εξελίσσουν τις ικανότητές τους βάσει των ερεθισμάτων που δέχονται. Η εποχή κατά την οποία οι αντιδράσεις και λειτουργίες μιας μηχανής ήταν αυστηρώς προδιαγεγραμμένες φαίνεται να υπερσκελίζεται από τις επιστημονικές εξελίξεις των τελευταίων ετών. Οι λειτουργίες αυτές πλέον έχουν τη δυνατότητα να προσαρμόζονται και να εξατομικεύονται με βάση τις επιθυμίες, προσδοκίες και επιδιώξεις του κάθε χρήστη. Ο όρος της προσβασιμότητας κατά συνέπεια δεν θα περιορίζεται πλέον στο κατά πόσον όλοι έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνήσουν επιτυχώς με ένα δεδομένο συστημικό μοντέλο, αλλά θα επεκτείνεται στο αν και κατά πόσον το συγκεκριμένο μοντέλο προσαρμόζεται εύκολα στην ιδιοσυγκρασία του εκάστοτε χρήστη του. Η προσβασιμότητα θα σταματήσει να εννοείται με το μονόδρομο παθητικό σχήμα χρήστη – μηχανής. Θα επιδιώκει να αναπτύξει στις μηχανές εκείνες τις δεξιότητες οι οποίες θα είναι κατάλληλες στο να διαμορφώσουν το κατάλληλο διαλεκτικό κλίμα στο κάθε ένα περιβάλλον εργασίας ξεχωριστά και εξατομικευμένα.

Κλείνοντας

Πολλά συνέδρια επί συνεδρίων και πολλές συστάσεις οργανισμών και επιτροπών, είτε από δημόσιους είτε από ιδιωτικούς φορείς παρατηρούνται στην παγκόσμια κοινότητα σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων προσβασιμότητας τόσο στον ηλεκτρονικό, όσο και το φυσικό κόσμο. Το ερώτημα που εύλογα μπορεί να διατυπωθεί είναι το γιατί έχουμε καταλήξει να αγωνιζόμαστε για την προσβασιμότητα τη στιγμή που αυτή έπρεπε να ήταν αυτονόητη. Πριν από αρκετές δεκαετίες, όταν το πρόβλημα των διακρίσεων και του ρατσισμού ήταν ακόμα εντονότερο, ο Noam Chomsky είχε ευθαρσώς διατυπώσει ότι μόνο ένας υποκριτής μπορεί και διακηρύσσει την παύση της βίας στους Βιετναμέζους ή τους μαύρους των Η.Π.Α. τη στιγμή που ίδιος ζει και αναπτύσσεται στην κοινωνία που καλλιεργεί αυτό το καθεστώς βίας και διακρίσεων (Chomsky, 1968). Εύκολα μπορεί κάποιος να διατυπώσει και να υποστηρίξει ιδεολογικά το δικαίωμα πρόσβασης όλων στον χώρο ή την πληροφορία που επιθυμούν. Το δύσκολο είναι να αναγνωρίσει ότι και ο ίδιος αποτελεί μέρος του προβλήματος καθώς σε μικρό ή μεγάλο βαθμό έχει συντελέσει στη διαμόρφωση ενός κλίματος αδιαφορίας και διακρίσεων. Το δύσκολο έργο που πρέπει να αναλάβουν τα Πανεπιστήμια και οι Επαγγελματίες είναι να αποκαταστήσουν την ακεραιότητα του πολιτισμού και του στοχασμού πάνω σε φλέγοντα ζητήματα των οποίων η εξέταση είτε αποσιωπάται, είτε αναβάλλεται.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

- ADE Glossary (2006) "Screen reader definition", University of Maryland, USA, http://www.umuc.edu/ade/glossary.html, προσβάσιμο στις 15/1/06

- Ambuhler R, Lindenmeyer J. (1999) "Measuring Accessibility" 8th International WWW Conference, Proceedings, P. 48-49, Toronto, Canada

- Badre A,N. (2002) "Shaping Web Usability: Interaction Design in Context" Addison-Wesley, UK

- Bazin, G (1964) "Baroque and Rococo" Thames and Hudson, μτφρ: Παππάς, Α. (1995), εκδ. Υποδομή, Αθήνα

- Bentham, J (1748) "Introduction To The Principles Of Morals And Legislation" Kessinger Publishing Co (2005), UK

- Chomsky N, (1968) “Philosophers and Public Philosophy”, Ethics, Vol.79, Issue 1, Oct 1968, 1-9, University of Chicago Press, repr: JSTOR (2002), USA

- Cook J.S, Cook L, (2005) “The ethics of Web Design. Ensuring Access for Everyone” in Information Security and Ethics: Social and Organizational Issues, ed: Quigley M, (2005), IRM Press, Idea Group, USA

- Cranor L.F, Garfinkel S, (2005) "Security and Usability"  O'Reilly, UK

- Daft R, (2004) "Organization Theory and Design", South Western, a Thomson Learning Company, ελλ. έκδ. επιμ. Αντωνίου, Α. (2005) "Οργανωσιακή θεωρία και σχεδιασμός", Κλειδάριθμος, Αθήνα

- Duckett, J. (2005) "Accessible XHTML and CSS Web Sites. Problem - Design - Solution" Wiley Publishing, Indianapolis, USA

- Foo Schubert, Yin-Leng Theng, (2005) "Design and Usability of Digital Libraries: A case study in Asia Pacific, Information Science Publishing, Idea Group Inc, USA

- Gillinson S, Miller P, Parker S, (2004) "Disablism: How to Tackle the Last Prejudice", Demos, London, UK

- Google (2005) Personalized Home: http://www.google.com/ig?hl=en

- Horton, W. (2005) "Graphics: The Not Quite Universal Language" in "Usability and Internationalization of Information Technology" ed. Aykin, N. (2005), Lawrence Erlbaum Associates, Inc. USA

- Lazar J, Dudley-Sponaugle A, Greenidge K.D, (2003) "Improving web accessibility: A study of webmaster perceptions", in "Computers in Human Behavior", 20 (2), 269-288, Elsevier, USA

- Microsoft Corporation (1995) "The Windows Interface Guidelines for Software Design: An Application Design Guide", Ms Press, USA

- Mitchell, C. (2003) "A Short Course in International Business Ethics: Combining Ethics and Profits in Global Business", World Trade Press, USA 

- Murray P, Murray L, (1963) "The Art of the Renaissance" μτφρ: Παππάς, Α. (1995), εκδ. Υποδομή, Αθήνα

- Newell A, Herbert A.S, (1976) "Computer Science as Empirical Inquiry: Symbols and Search" Mind Design II, Revised and enlarged edition ed. by Haugeland, J (1997), Bradford Book, The MIT Press, USA

- Paciello M, (2000) "Web Accessibility for People with Disabilities", CMP Books, NY, USA

- Patriotta, G. (2003) "Organizational Knowledge in the Making: How Firms Create, Use, and Institutionalize Knowledge" Oxford University Press, UK

- Penn State (2006) "Glossary: Software Compatibility" Pennsylvania State University, http://www.personal.psu.edu/staff/b/x/bxb11/CBTGuide/Append/Gloss.htm, προσβάσιμο στις 15/1/06

- Raskin J, (2000) "Human Interface, The: New Directions for Designing Interactive Systems" Addison-Wesley, UK

- Raymond, E. (2004) "The Luxury of Ignorance: An Open-Source Horror Story" άρθρο στο: http://www.catb.org/~esr/writings/cups-horror.html προσβάσιμο στις 13/1/06

- Rose, C. (2005) "Sams Teach Yourself: Adobe Photoshop CS2 in 24 Hours", Sams Publishing, Indiana, USA

- Schaffer, E. (2004) "Institutionalization of Usability: A Step-by-Step Guide" Addison-Wesley, UK

- Section 508 (1998) http://www.section508.gov/

- Slatin J,M. Rush Sh. (2002) "Maximum Accessibility: Making Your Web Site More Usable for Everyone" Addison-Wesley, UK

- Thatcher J, (2002) "Constructing Accessible Websites", Glasshaus, Birmingham, U.K

- Turing, A.M. (1950) "Computing machinery and intelligence" repr.: Mind Design II, Revised and enlarged edition ed. by Haugeland, J (1997), Bradford Book, The MIT Press, USA

- W3C.org, (2006) "Web Accessibility Initiative" http://www.w3.org/WAI/

- Wareing D, Newell C, (2002) "Responsible Choice: the choice between no choice", Routledge, part of the Taylor & Francis Group, Vol. 17, No 4 / June 01, 2002, UK

- Zhangxu, J. (2001) ‘No Disability in Digitalized Community’, International Center for Disability Resources on the Internet (ICDRI). http://www.icdri.org/inspirational/no_disability_in_digitalized_com.htm (προσβάσιμο στις 14/1/06)

- Βλαχάβας Ι., Κεφαλάς Π., Βασιλειάδης Ν., Ρεφανίδης Ι., Κόκκορας Φ., Σακελλαρίου Η. (2002) "Τεχνητή Νοημοσύνη", Εκδόσεις Γαρταγάνη, Θεσσαλονίκη

- Μουτσόπουλος Ε, (1996) "Οι αισθητικές κατηγορίες. Εισαγωγή σε μιαν αξιολόγηση του αισθητικού αντικειμένου" εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα

- Μπανάκου-Καραγκούνη Χ, (1999) "Προβλήματα αισθητικής και φιλοσοφίας της τέχνης στον 20ο αιώνα", Τεύχος Α', Πανεπιστημιακές εκδόσεις, Πανεπιστήμιο Αθηνών